Κυριακή 1 Ιουλίου 2007

Δέσμη 7 Διαπιστώσεων & 7 Προτάσεων για την Υγεία & τις Υπηρεσίες Υγείας

ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΟ ΔΙΑΛΟΓΟ ΤΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ (ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ για τον εκσυγχρονισμό στην υγεία)

Η Υγεία είναι θεμελιώδες (κοινωνικό) αγαθό και επένδυση στις σύγχρονες κοινωνίες. Το Κράτος πρέπει να το διασφαλίζει ισότιμα, αποτελεσματικά και ποιοτικά, αντιμετωπίζοντας ζητήματα ανισοτήτων και αποκλεισμού στη διανομή του, με στόχο τη συμβολή του στην κοινωνική ανάπτυξη, την ευημερία και τη συνοχή.

Ο εκσυγχρονισμός και η ορθολογική μεταρρύθμιση του υγειονομικού μας συστήματος θα πρέπει να εγγυάται τα παραπάνω, ενώ αποτελεί στοιχειώδη υποχρέωση της οποιασδήποτε πρωτοβουλίας άσκησης ολοκληρωμένης κοινωνικής πολιτικής, κοινωνικής προστασίας και αλληλεγγύης.



Σε όλο σχεδόν τον κόσμο, οι αντίστοιχες μεταρρυθμίσεις στις υπηρεσίες υγείας στοχεύουν στην υποχρέωση του Κράτους να θέσει το πλαίσιο και τους πόρους χρηματοδότησής τους, καθώς και τις προδιαγραφές στην παροχή τους, και όχι να παρεμβαίνει αποκλειστικά στις διαδικασίες οργάνωσης και παραγωγής υπηρεσιών (που ως συνήθως συμβαίνει στη χώρα μας).

Οι παρακάτω (7) διαπιστώσεις μας με αντίστοιχες (7) προτάσεις μας - βασιζόμενες και σε προηγούμενες πρωτοβουλίες μας – αποτελούν «δέσμη ιδεών διαλόγου» και στοχεύουν στην ανάδειξη νέων προτεραιοτήτων που προέκυψαν από τις νέες ανάγκες, την αναγκαιότητα (ουσιαστικού) εκσυγχρονισμού του συστήματος υγείας, και τέλος την ενδυνάμωση και συμμετοχή των πολιτών με στόχο τη διασφάλιση της υγείας τους και την ισότιμη κάλυψη των αναγκών τους σε ποιοτικές υπηρεσίες υγείας.



Α. Βασικές Διαπιστώσεις μας
Α. Βασικές Διαπιστώσεις μας

1. Το σύστημα υγείας της χώρας μας βρίσκεται σε κρίση. Βασικό στοιχείο της κρίσης αυτής είναι η μονότονη και αναποτελεσματική ενασχόληση του Κράτους με τις διαδικασίες οργάνωσης και παραγωγής υπηρεσιών, ιδιαίτερα στο δημόσιο και στα νοσοκομεία (και ελάχιστα στη χρηματοδότηση, στον ιδιωτικό τομέα και στην Εξωνοσοκομειακή Φροντίδα Υγείας). Αυτό προσπάθησαν να αλλάξουν - χωρίς τελικά να το καταφέρουν απόλυτα - οι 2 μεγάλες και ουσιαστικά μοναδικές μέχρι σήμερα μεταρρυθμιστικές προσπάθειες Αυγερινού (1983) και Παπαδόπουλου (2001). Οι πολιτικές 1990-3, εκτός των άλλων, συνέτειναν και στην αντιστροφή της εικόνας των δαπανών (από δημόσιες σε ιδιωτικές), οι προσπάθειες των υπολοίπων ετών της 10ετίας του ’90 μάλλον σταθεροποίησαν τη κατάσταση αυτή, ενώ οι αναχρονιστικές απορυθμίσεις των τελευταίων 3 ετών μας οδηγούν σε κατευθύνσεις που έχουν αποτέλεσμα να οξύνεται η δυσαρέσκεια του Πολίτη από το ΕΣΥ.

2. Αντίθετα με τα ανωτέρω, τα περισσότερα ανεπτυγμένα συστήματα υγείας υπέστησαν μια σειρά αλλαγών και μεταρρυθμίσεων, κεντρικοί στόχοι των οποίων ήταν αρχικά η κοινωνική δικαιοσύνη και συνοχή, και κατόπιν ο έλεγχος της απόδοσης (και με οικονομικούς κανόνες), της διασφάλισης της ποιότητας και της βελτίωσης της κλινικής αποτελεσματικότητας, σημεία που στην Ελλάδα αποτέλεσαν «άγνωστες περιοχές». Η ανάγκη για μεταρρύθμιση των συστημάτων υγείας σήμερα επιβάλλεται και από την αλλαγή κυρίως σε 3 παράγοντες: α. μεταβολή των κοινωνικών και οικονομικών δεδομένων σε εθνική και διεθνή κλίμακα, β. αλλαγή στις αντιλήψεις και τις προσδοκίες των πολιτών για την υγεία, και τέλος γ. νέα επιστημονικά δεδομένα στο πεδίο της ιατρικής επιστήμης, της τεχνολογίας, αλλά και της επιδημιολογίας - νοσολογίας.

3. Οι συνθήκες απουσίας ή διαστρέβλωσης του διαλόγου και του ανάλογου πολιτικού σχεδιασμού θα πρέπει να ελαχιστοποιηθούν. Προκύπτει η αναγκαιότητα ένταξης του συστήματος υγείας στη γενικότερη κοινωνική πολιτική, με απαραίτητες ελάχιστες συναινέσεις κοινωνικών φορέων στις αντίστοιχες μεταρρυθμιστικές προσπάθειες. Αυτές θα ξεφεύγουν πια από το «δομικό» και «κατασκευαστικό» τους προσανατολισμό, και θα στραφούν στον Άνθρωπο (1ον πολίτη – ασθενή και 2ον επαγγελματία υγείας) και στο σχεδιασμό προτεραιοτήτων με βάση τις τοπικές ανάγκες. Εκεί δεν θα κυριαρχούν επαγγελματικά και τοπικιστικά συμφέροντα, ή/και μόνον επιχειρηματικά, που αρκετές φορές βλάπτουν παρά ωφελούν την υγεία των Πολιτών.

4. Οι υψηλές δαπάνες υγείας που σχεδόν ανεξέλεγκτα αυξάνουν (πλησίον του 10% του ΑΕΠ), με συνεχώς μειούμενη κρατική («νοσοκομειακή») συμμετοχή (2,7% του ΑΕΠ) και συνεχώς αυξανόμενη ιδιωτική δαπάνη, δεν (μπορεί να) είναι αποτέλεσμα «αριστερών» ή «σοσιαλιστικών» πολιτικών. Οι ιδιωτικές δαπάνες πλησιάζουν το ½ των συνολικών, και με τη φημολογούμενη αναμόρφωση του ΑΕΠ από τη Κυβέρνηση, θα καταστούμε η πρώτη χώρα στο κόσμο σε αυτές (55%+). Ουσιαστική παρέμβαση (αποδοτικότητας) στη χρηματοδότηση δεν έχει καταγραφεί (σε αντίθεση με άλλες αναπτυγμένες χώρες) τη τελευταία 20ετία, ούτε έχουν αξιολογηθεί οι ανισότητες στις σχετικές κατανομές (Αττική, Θεσσαλονίκη και 1-2 άλλες Περιφέρειες με μεγάλα αστικά κέντρα, σε βάρος των υπολοίπων Περιφερειών). Παράλληλα, η ασφαλιστική κάλυψη πρέπει να αποδίδει ανάλογους καρπούς για τον ασφαλιζόμενο, χωρίς να επιβαρύνει υπέρμετρα την επιβίωση του συστήματος.

5. Το σημερινό μοντέλο παροχής των υπηρεσιών υγείας δεν μπορεί να ικανοποιήσει τις σημερινές και μελλοντικές ανάγκες υγείας και τις προσδοκίες των πολιτών, και αρκετές φορές τους επιβαρύνει αντί να τους ωφελεί. Αυτό συμβαίνει γιατί είναι προσανατολισμένο στη θεραπεία των οξέων παθήσεων και στην αντιμετώπιση των επειγόντων περιστατικών. Ελάχιστα ενδιαφέρεται για την πρόληψη των ασθενειών και των σύγχρονων κινδύνων στην υγεία, που άλλωστε δε χρηματοδοτείται – ως οφείλονταν – από το Κράτος. Η έλλειψη οργανωμένης εξωνοσοκομειακής φροντίδας (συμπεριλαμβανομένων και υποδομών αποκατάστασης και βοήθειας στο σπίτι) στα αστικά κέντρα, καθώς και αντίστοιχης βελτίωσης των δομών στις αγροτικές περιοχές είναι ακόμα ζητούμενο. Προγράμματα σε σημαντικά θέματα δημόσιας υγείας (κάπνισμα, διατροφή, ατυχήματα, πρόληψη νοσημάτων), αλλά και αντίστοιχες δομές για τα χρόνια νοσήματα, σπανίζουν.

6. Δεν υπάρχει ισχυρή διοίκηση στο ΕΣΥ, μιας και δεν καλύφθηκε, όπως θάπρεπε, η έλλειψη σύγχρονου Εθνικού, Περιφερειακού και Τοπικού Management (αν και έγινε προσπάθεια στο επίπεδο των Managers, σχεδόν μόνο στα Νοσοκομεία, χωρίς πάλι να καλυφθεί η σχετική ανάγκη στο κλινικό-νοσηλευτικό & οικονομικό τομέα), και η επέκτασή του στην πρόνοια και τη κοινωνική ασφάλιση. Παράλληλα δεν καρποφόρησε η εφαρμογή προγραμμάτων ή/και δομών ποιότητας και αξιολόγησης όλων των εισροών-εκροών του συστήματος, με ολοκληρωμένη, συστηματική και αποτελεσματική χρήση εργαλείων πληροφορικής.

7. Η ανεξέλεγκτη παραγωγή γιατρών (τώρα πια και άλλων επαγγελματιών υγείας) οδηγεί σε πλημμελή εκπαίδευση, με αποτέλεσμα την επιδείνωση της ποιότητας των υπηρεσιών υγείας και την αύξηση των δαπανών. Ο πληθωρισμός των γιατρών (αλλά και άλλων επαγγελματιών υγείας) δημιουργεί αύξηση της «προκλητής» ζήτησης, με αποτέλεσμα την αύξηση της παραοικονομίας (20 % δαπανών υγείας και 2 % του Α.Ε.Π.). Επιβάλλεται η άμεση εφαρμογή αξιόπιστων πολιτικών προγραμματισμού και ανάπτυξης ανθρώπινου δυναμικού σε όλα τα επαγγέλματα από τα Υπουργεία Παιδείας & Υγείας. Τέλος, υπάρχει εμφανής δυσκολία σχετικής προσαρμογής στα νέα δεδομένα της γνώσης στην έρευνα και την εκπαίδευση (Παν/μια και μονάδες ΕΣΥ), καθώς και στους αντίστοιχους τομείς φαρμακευτικής και βιοϊατρικής τεχνολογίας.

Β. Βασικές Προτάσεις μας

Β. Βασικές Προτάσεις μας

1. Πιστεύουμε ότι, για να βγει το ΕΣΥ από τη κρίση, χρειάζεται επανακαθορισμό ύπαρξης και αποστολής (a new mission statement) για την επόμενη 10ετία, με στόχο να εμπνεύσει το κόσμο εντός (επαγγελματίες) ή εκτός (πολίτες) αυτού. Το Κράτος πρέπει να αλλάξει στρατηγική, με στόχο να ενώσει ή να (συν)στρατεύσει ομάδες με διαφορετικά συμφέροντα στον ίδιο σκοπό και στόχο. Οι θεμελιώδεις αρχές του ΕΣΥ θα πρέπει να εμπλουτιστούν με νέες αξίες, τόσο για τους επαγγελματίες υγείας, όσο κυρίως για τον πολίτη, μερικές από τις οποίες ήδη αναφέρθηκαν. Το όποιο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα της Πολιτείας οφείλει να δημιουργεί δομές και πολιτικές που θα απαντούν στις (νέες) ανάγκες των πολιτών, εξασφαλίζοντας στόχους που ενδυναμώνουν το αίσθημα κοινωνικής δικαιοσύνης και ικανοποίησης από την ποιότητα των παρεχόμενων φροντίδων. Ο δημόσιος με τον ιδιωτικό τομέα θα συνδέονται με κανόνες, συμπληρώνοντας ο ένας τον άλλον αποτελεσματικά για τον πολίτη. Σε αυτές τις κατευθύνσεις, είναι αναγκαία η εφαρμογή 3 πρώτων (μεταρρυθμιστικών) προϋποθέσεων: Πρώτον, το Κράτος (με τα Ταμεία Κοιν. Ασφάλισης), αντί μόνο της περίθαλψης, οργανώνει κυρίως τη χρηματοδότηση κατά δίκαιο και αποτελεσματικό τρόπο. Αυτό επιτυγχάνεται με διαχωρισμό, αφενός συντάξεων και περίθαλψης, αφετέρου παραγωγής και χρηματοδότησης (υπηρεσιών υγείας), χρησιμοποιώντας σύγχρονα και ολοκληρωμένα συστήματα αποζημίωσης των παραγόμενων υπηρεσιών, με στόχο τα χρήματα να ακολουθούν τους ασθενείς (“the money follows the patients”). Δεύτερον, το Υπουργείο Υγείας επιβάλλει ενιαίες προδιαγραφές ποιότητας σε όλες τις μονάδες υγείας (δημόσιες και ιδιωτικές), ενώ η οργάνωση – διοίκηση του ΕΣΥ αναλαμβάνεται σε Κεντρικό, Περιφερειακό και Τοπικό επίπεδο από επαγγελματίες, κυρίως από το σύστημα υγείας (με κίνητρα και αντικίνητρα), οι δε δημόσιες μονάδες υγείας λειτουργούν με μορφή ανεξάρτητου-ων μη–κερδοσκοπικού-ών (non-profit) φορέα-ων. Τρίτον, επιβάλλεται ο συνεχής κοινωνικός έλεγχος (social accountability) και η δημόσια κοινοποίηση (public disclosure) των οικονομικών και κυρίως των ποιοτικών αποτελεσμάτων της λειτουργίας των υπηρεσιών, παράλληλα με την αναδιοργάνωση των ιατρικών υπηρεσιών, με βάση τα νέα επιστημονικά δεδομένα (νοσολογία) και το κόστος ανά ασθένεια.
2. «Αριστερή» πρόταση είναι - κατά τη γνώμη μας και συμπληρωματικά στο 1 - η αποτελεσματική οργάνωση στο τομέα της χρηματοδότησης, με παράλληλο διαχωρισμό της από την παροχή υπηρεσιών υγείας, που θα λειτουργεί «ελεγχόμενα» (στο δημόσιο), αλλά και «ανταγωνιστικά» (στο ιδιωτικό), με στόχο τον έλεγχο των δαπανών και την αποδοτική περιφερειακή κατανομή τους. Στο τομέα αυτό συνεχίζεται, αλλά ενισχύεται, το «μικτό» μοντέλο της 3μερούς χρηματοδότησης (κράτος, κοιν. ασφάλιση, ιδιώτες) με νέους όμως στόχους: α. την ενδυνάμωση της κοινωνικής ασφάλισης υγείας (με το διαχωρισμό από τις συντάξεις και την παροχή υπηρεσιών), με θεσμοθετημένη τη συμμετοχή, αλλά και την επιλογή (μελλοντικά και σε ασφαλιστικό φορέα), του πολίτη. Δημιουργείται ενιαίος συντονιστικός φορέας χρηματοδότησης κοινωνικής ασφάλισης υγείας (Κράτος και 4-5 μεγάλα ταμεία) ή/και δημιουργούνται-αυτονομούνται τα 4-5 μεγάλα ταμεία κοινωνικής ασφάλισης υγείας. Φορέας ή/και Ταμεία οργανώνεται-ονται με σύγχρονο και αποτελεσματικό τρόπο, χωρίς να παρέχουν άμεσα υπηρεσίες, αλλά με εργαλείο (διαχειριστικής χρηματοοικονομικής λειτουργίας) τις συμβάσεις (contracting) με τους φορείς παροχών υγείας, και σύστημα «πακέτων υπηρεσιών & τιμών» (π.χ. DRGs), β. επιλεγμένη αύξηση κρατικών δαπανών με την πλήρη ανάληψη δαπανών για την πρόληψη, και προγραμματισμένη ετήσια κάλυψη για επενδύσεις, βασική έρευνα και εκπαίδευση, με συνεχή αξιολόγηση μέσω και των ΠεΣΥΠ (ΔΥΠε), γ. προσπάθεια συγκράτησης των ιδιωτικών δαπανών, μέσω των συμβάσεων, και συστημάτων προδιαγραφών και ποιότητας, των ιδιωτικών μονάδων υγείας.
3. Το νέο («αριστερό») μοντέλο υπηρεσιών υγείας και κοινωνικής πολιτικής θα πρέπει να ικανοποιεί τις σύγχρονες ανάγκες υγείας και κοινωνικής φροντίδας του πληθυσμού. Οι υπηρεσίες υγείας (ιδιαίτερα οι δημόσιες και οι εξωνοσοκομειακές) θα είναι προσανατολισμένες στην ενεργητική πρόληψη των ασθενειών ή άλλων καταστάσεων, στην ενημέρωση και εκπαίδευση των πολιτών, στην αντιμετώπιση των οξέων καταστάσεων και στην αποτελεσματική διαχείριση των χρόνιων παθήσεων. Θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στη χρήση και την εκμετάλλευση της υψηλής τεχνολογίας για την αποτελεσματικότερη και ασφαλέστερη παροχή των υπηρεσιών, καθώς και στην παροχή υπηρεσιών που βασίζονται στα τελευταία επιτεύγματα της επιστήμης. Εξέχουσα σημασία, επίσης, πρέπει να δοθεί στη στοματική υγεία του πληθυσμού. Πιο αναλυτικά: Α. Η πρόληψη καθίσταται πρώτη προτεραιότητα και εθνική στρατηγική για το ΕΣΥ. Τίθενται εθνικοί στόχοι που αφορούν συγκεκριμένες παθήσεις. Εκπονούνται εθνικά προγράμματα επιδημιολογικών μελετών. Διεξάγονται εκστρατείες ενημέρωσης των πολιτών για ορισμένα νοσήματα και την αποφυγή παραγόντων και τρόπου ζωής που βλάπτουν την υγεία (κάπνισμα, αλκοόλ, παχυσαρκία) ή θα προταθούν συμπεριφορές που την ωφελούν (άσκηση, υγιεινός τρόπος διατροφής). Κάθε πολίτης αποκτά κάρτα πρόληψης, όπου αναγράφονται οι βασικές ετήσιες εξετάσεις, ανάλογα με την ηλικία του και το επίπεδο υγείας του. Στόχος είναι κάθε πολίτης να αποκτήσει ατομικό σχέδιο πρόληψης με χρονοδιαγράμματα και στόχους (ανά Περιφέρεια). Β. Ο (νέος) ρόλος του οικογενειακού γιατρού: Οι πολίτες επιλέγουν τον οικογενειακό γιατρό τους ή τον παιδίατρο τους, από εγκεκριμένη λίστα του ως άνω Φορέα ή/και των Ταμείων. Κύριο καθήκον του οικογενειακού γιατρού είναι η πρόληψη (πλήρης χρηματοδότηση από το Κράτος) και η προστασία και η διατήρηση της υγείας των πολιτών του τομέα ευθύνης του. Ρόλος του οικογενειακού γιατρού είναι να διευκολύνει οργανωμένα τους ασθενείς του να δέχονται υψηλού επιπέδου εξειδικευμένες υπηρεσίες υγείας. Όταν διαγνώσει ότι κάποιος από τους ασθενείς του πάσχει από μία χρόνια πάθηση, τότε τον παραπέμπει στο αντίστοιχο Ειδικό Κέντρο Χρόνιας Πάθησης, με τα οποία συνεργάζεται στενά. Οι οικογενειακοί γιατροί αμείβονται κατά κεφαλή ασφαλισμένου που εγγράφεται στη λίστα τους, ενώ για κάθε υποχρεωτική προληπτική εξέταση που πραγματοποιούν, εισπράττουν ένα ποσό που ρυθμίζεται από το Δημόσιο. Η εξωνοσοκομειακή φροντίδα λειτουργεί «ολοκληρωμένα» (integrated) ως «Ενιαίος Εξωνοσοκομειακός Χώρος» με προγραμματικές συμβάσεις (ασφαλιστικών ταμείων και κράτους, μέσω και του «Φορέα», με τους πιστοποιημένους «προμηθευτές», π.χ. Κ.Υ. αγροτικού ή αστικού ή δημοτικού τύπου, διαγνωστικά κέντρα, ιδιώτες γιατροί, κ.λπ.). Γ. Μονάδες και Κέντρα Χρόνιων Παθήσεων: Για τις πιο σοβαρές και συχνές χρόνιες παθήσεις, ιδρύονται μονάδες και κέντρα που στελεχώνονται από γιατρούς που θεωρούνται ειδικοί για την αντιμετώπιση της συγκεκριμένης πάθησης, αλλά και από γιατρούς άλλων ειδικοτήτων και λοιπούς επιστήμονες υγείας. Οι Μονάδες χρόνιων παθήσεων δημιουργούνται στις δομές του ΕΣΥ κάθε νομού ή/και κάθε πόλης. Τα ειδικά Κέντρα αναφοράς χρόνιων παθήσεων (π.χ. 1 ανά περιφέρεια στις 4-5 μεγάλες χρόνιες παθήσεις) του ΕΣΥ παρακολουθούν και αντιμετωπίζουν όλους τους ασθενείς της περιφέρειας τους, που πάσχουν από την συγκεκριμένη πάθηση. Στα κέντρα αυτά ενσωματώνονται και κοινωνικές υπηρεσίες. Κάθε ασθενής Μονάδας ή Κέντρου αποκτά ειδική προς τούτο ηλεκτρονική ταυτότητα.
4. Στο τομέα της Διοίκησης του ΕΣΥ απαιτείται η δημιουργία ισχυρού κεντρικού φορέα (κατά τα πρότυπα ενός NHS Executive) με στόχο το συντονισμό περιφερειακών, νοσοκομειακών και εξωνοσοκομειακών δομών. Η αποκέντρωση συνεχίζεται με τα ΠεΣΥΠ (ΔΥΠε) να αντιστοιχίζονται στην περιφερειακή οργάνωση της χώρας, διατηρώντας το ρόλο τους στο σχεδιασμό με βάση τις ανάγκες των περιοχών τους, εφαρμόζοντας τα εθνικά προγράμματα (δημόσιας) υγείας, υπογράφοντας ή ελέγχοντας τις συμβάσεις των υπηρεσιών τους με τα ταμεία, συντονίζοντας τις μονάδες ευθύνης τους, αξιολογώντας τις με βάση επιχειρησιακά σχέδια, και ελέγχοντας τις αντίστοιχες ιδιωτικές. Σε αυτό το ρόλο έχουν αρωγό τους διάφορους αντίστοιχους εθνικούς φορείς (ΚΕΕΛ, ΟΚΑΝΑ, ΚΕΔΥ, ΕΟΠ, κ.ο.κ.). Στις μονάδες υγείας (& πρόνοιας) έχει εφαρμογή το σύγχρονο management με κοινωνική «μετρησιμότητα» (accountability). Οργανωμένα προγράμματα ποιότητας, πληροφορικής και αξιολόγησης του προσωπικού θα πρέπει να είναι τα βασικά εργαλεία των Managers και των Δ.Σ., μαζί με σύγχρονα συστήματα οικονομικής διαχείρισης (accounting & logistics). Η δημιουργία Οργανισμού Διασφάλισης Ποιότητας Μονάδων Υγείας & Πρόνοιας (Ο.ΔΙ.Π.Μ.Υ.Π.) κρίνεται απαραίτητη.
5. Τα Νοσοκομεία αποτελούν αυτόνομη-ες επιχειρησιακή-ές οντότητα-ες (π.χ. ΝΠΙΔ ή ΔΕΚΟ), με στόχο την αποκατάσταση της υγείας των ασθενών, την έρευνα και εκπαίδευση. Επιβάλλεται ο επανασχεδιασμός τους (και με ενοποιήσεις) σε επίπεδο περιφέρειας, με κτιριακές και τεχνολογικές προσαρμογές στις νέες συνθήκες (όπου υπάρχει ανάγκη). Σε κάθε Νομό δημιουργείται αυτοδύναμο ΤΕΠ, σε 1 τουλάχιστον Νοσοκομείο, 24ωρης λειτουργίας (στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη περισσότερα). Είναι απαραίτητη η εφαρμογή σύγχρονων συστημάτων ποιότητας και οικονομικής διαχείρισης, με τη βοήθεια και ολοκληρωμένων εργαλείων πληροφορικής. Στόχος είναι η αξιολόγησή τους με βάση κλινικά και διαγνωστικά αποτελέσματα, που δημοσιεύονται, καθώς και η χρηματοδότησή τους με το σύστημα ομοειδών διαγνώσεων (DRGs, κ.λπ.) και στόχο «evidence based hospital care». Ιδιαίτερη σημασία δίνεται στην ικανοποίηση του πολίτη – ασθενή, στην ενημέρωση και τη συμμετοχή του σε εξατομικευμένη - τεκμηριωμένη θεραπεία.
6. Στην εκπαίδευση και απασχόληση, πρέπει άμεσα να ξεκαθαριστούν:

α) νέα πολιτική παραγωγής, διαχείρισης, δια βίου εκπαίδευσης, αξιολόγησης και ανάπτυξης ανθρωπίνου δυναμικού με καθιέρωση υγειονομικού χάρτη της χώρας και συγκρότηση «Εθνικού Συμβουλίου Προγραμματισμού Ανθρώπινου Δυναμικού Υγείας» που θα εισηγείται στον Υπουργό Υγείας τη γεωγραφική κατανομή κατά ειδικότητα,

β) νέοι όροι εισόδου των νέων γιατρών (και λοιπών επαγγελματιών) στην αγορά εργασίας (άδεια εγκατάστασης κατά υγειονομική περιφέρεια),

γ) σταδιακή κατάργηση της επετηρίδας για έναρξη ειδικότητας και αντικατάσταση με αξιόπιστο-διαφανές-αντικειμενικό σύστημα εξετάσεων (μικρή μεταβατική περίοδος),

δ) νέο μισθολόγιο στο ΕΣΥ, με κίνητρα και αντικίνητρα αξιολόγησης της απόδοσης, και περιορισμό των παρενεργειών της μονιμότητας,

ε) ανάπτυξη νέων ειδικοτήτων Π.Φ.Υ., δημόσιας υγείας, ιατρικής εργασίας,

στ) προσλήψεις και αξιολόγηση ανά φορέα και περιφέρεια, με τον έλεγχο αποτελεσμάτων (και όχι όλης της γραφειοκρατικής διαδικασίας) του ΑΣΕΠ,

στ) Συμβούλια Ηθικής και Δεοντολογίας κατά Υγειονομική Περιφέρεια.

7. Ο εξορθολογισμός του τομέα του φαρμάκου θα γίνει με τη χρήση της οικονομικής αξιολόγησης για τη θεραπευτική (ΕΟΦ) και τη τιμολογιακή (Υπ. Υγείας, αντί Ανάπτυξης) έγκριση, την έρευνα - με την ελεγχόμενη σύνδεση ανωτ. σχολών και πιστοποιημένων προς τούτο μονάδων ΕΣΥ με την εγχώρια βιομηχανία -, την εφαρμογή θετικής λίστας και τη σύνδεση με τις αμοιβές, τον «ενιαίο» μηχανογραφημένο έλεγχο φαρμακείων - μονάδων υγείας, την προμήθεια και τη διαχείριση φαρμάκων - υλικών με βάση «εθνικούς-δημόσιους» διαγωνισμούς και προδιαγραφές, κ.ο.κ. Άλλες προτάσεις περιλαμβάνουν α. «ενιαίους» κανόνες έγκρισης και χρήσης της Βιοϊατρικής Τεχνολογίας (ΒΙ.Τ.), β. τη διάχυση της γνώσης μέσω τηλεϊατρικής διασύνδεσης μικρότερων με μεγαλύτερες μονάδες, και γενικότερα του e-Health, γ. τα ενιαία ερευνητικά πρωτόκολλα και τη θεσμική σύνδεση έρευνας και παραγωγής υπηρεσιών.

Περισσότερα!

Δευτέρα 18 Ιουνίου 2007

Η κρίση του ΕΣΥ είναι κυρίως ηθική


Μάνος Ματσαγγάνης
, επικ. καθηγητής, Οικονομικό Παν/μιο Αθηνών

Είναι αλήθεια άχαρο -και ενδεικτικό της δυσκολίας συγκρότησης ενός κοινού τόπου πεποιθήσεων- να συζητάμε κάθε φορά που συναντιόμαστε την πολιτική υγείας εφ’ όλης της ύλης. Πάντως έχει περάσει ένα τέταρτο του αιώνα από την ίδρυση του ΕΣΥ: είναι ώρα για έναν απολογισμό.

Η εμπειρία του ΕΣΥ έχει φωτεινά και λιγότερο φωτεινά σημεία. Τα φωτεινά δεν τα αγνοώ, αλλά τα αντιπαρέρχομαι -έτσι κι αλλιώς, έχουμε το ευρωπαϊκό ρεκόρ του αυτοσυγχαίρεσθαι για ό,τι αντιλαμβανόμαστε ως επιτυχίες μας. Τα λιγότερο φωτεινά σημεία είναι αυτά για τα οποία αξίζει να μιλάμε. Αξίζει να θυμηθούμε ότι η ίδρυση του ΕΣΥ χαιρετίστηκε με ικανοποίηση, ή και με ενθουσιασμό, όχι μόνο από τον κόσμο του ΠΑΣΟΚ, αλλά και από ένα πολύ ευρύτερο φάσμα κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων (από την αριστερά έως τη «φωτισμένη» κεντροδεξιά) που στις αρχές της δεκαετίας του 1980 πίστεψαν στη ρεαλιστική ουτοπία ενός δημόσιου συστήματος υγείας, η πρόσβαση στο οποίο να εξαρτάται από την ανάγκη για περίθαλψη, όχι από το εισόδημα ή την κοινωνική θέση. Για το λόγο αυτό, η ανάλυση του σήμερα με βάση τις προσδοκίες του τότε είναι ίσως οδυνηρή, αλλά οπωσδήποτε αναγκαία. Τα λιγότερο φωτεινά σημεία του ΕΣΥ είναι γνωστά. Τα θυμίζω επί τροχάδην.

* Η επιβίωση μιας «υβριδικής» μορφής οργάνωσης του δημόσιου τομέα υγείας, και με «εθνικό σύστημα» και με ταμεία υγείας, όχι επειδή υπήρξε κάποιο σχέδιο αλλά λόγω του εκβιασμού των ευγενών ταμείων (βλ. παρέμβαση του προέδρου της Βουλής Γιάννη Αλευρά στη συζήτηση για τον ιδρυτικό νόμο του ΕΣΥ το 1983, όπου απείλησε ευθέως ότι θα ηγηθεί των κινητοποιήσεων της ΟΤΟΕ, της οποίας μεχρι πρότινος προήδρευε, εάν δεν αποσυρόταν η διάταξη του νομοσχεδίου για την κατάργηση των ταμείων υγείας -όπερ και εγένετο). Μια «υβριδική» μορφή παγκόσμιας πρωτοτυπίας, αλλά με τεράστιο κόστος, οικονομικό και κοινωνικό.

* Η τεράστια ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα παρά τις διακηρύξεις για «αποεμπορευματοποίηση του αγαθού υγεία» (εισηγητική έκθεση ιδρυτικού νόμου του ΕΣΥ). Με την ιδιωτική δαπάνη στο 5% του ΑΕΠ, ή 50% της συνολικής δαπάνης για την υγεία, η χώρα μας ξεχωρίζει στην Ευρώπη των 25 και πλησιάζει ταχέως τα αντίστοιχα ποσοστά στις ΗΠΑ.

* Παρά τη σημαντική αύξηση των πόρων που δαπανώνται για την υγεία, τόσο η ικανοποίηση των χρηστών, όσο η εμπιστοσύνη του κοινού στους γιατρούς και στο σύστημα, καθώς και η πρόσβαση των ομάδων χαμηλού εισοδήματος σε υπηρεσίες περίθαλψης, βρίσκονται όλα σε πολύ χαμηλά επίπεδα.

* Πάνω από όλα, το ΕΣΥ πάσχει από μια βαθειά ηθική κρίση, η οποία συνοψίζεται στην επικράτηση αξιών (ή «αξιών») που είναι ασύμβατες με τη ρεαλιστική ουτοπία για την οποία μιλούσαμε προηγουμένως.

Είναι κάπως μίζερο, ίσως ακόμη και αγενές, να αναφερθώ σε φαινόμενα όπως:

* το περιβόητο «φακελάκι»,
* τη σκανδαλώδη κακοδιαχείριση,
* την εκτεταμένη διαφθορά που επικρατεί στις συναλλαγές του ιδιωτικού τομέα με το δημόσιο,
* το μαζικό χρηματισμό των γιατρών από τις φαρμακευτικές εταιρείες.

Πρόκειται για φαινόμενα τα οποία αποτελούν τόσο μόνιμα χαρακτηριστικά του τοπίου της υγείας στην Ελλάδα που πλέον δεν τα πολυπροσέχουμε. Ίσως μάλιστα να έχουμε χάσει εντελώς την ικανότητά μας να σοκαριζόμαστε από αυτά. Φυσικά, την ίδια στιγμή, κάποιοι που επιμένουν να ενεργούν με γνώμονα μια αίσθηση αξιοπρέπειας και ίσως δημόσιου συμφέροντος, όχι με βάση το στόχο του όσο το δυνατόν ταχύτερου πλουτισμού, υπάρχουν ακόμη -είναι όμως λίγοι, απομονωμένοι, απογοητευμένοι, συχνά λοιδωρούμενοι ως «γραφικοί». Είναι κάπως μίζερο, ίσως ακόμη και αγενές, που τα θίγω όλα αυτά, αλλά και απαραίτητο. Γιατί εφόσον η ηθική κρίση που ανέφερα εξακολουθεί να μαστίζει το σύστημα υγείας, ακόμη και τα πιο φιλόδοξα μεταρρυθμιστικά σχέδια κινδυνεύουν να βαλτώσουν ή να μείνουν εντελώς ανεφάρμοστα. Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξα μετά από 15 χρόνια ενασχόλησης με τα προβλήματα της υγείας εν Ελλάδι -τα 3 μάλιστα από την προνομιακή (ως παρατηρητήριο) θέση του ειδικού συμβούλου του πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη. Ο προσωπικός μου «δρόμος προς τη Δαμασκό» ήταν μια συνομιλία μου πριν λίγα χρόνια με έναν καθόλα συμπαθή και προοδευτικό γιατρό για το θέμα των απογευματινών ιατρείων (την απόπειρα του Αλέκου Παπαδόπουλου ως υπουργού υγείας να νομιμοποιήσει την ιδιωτική ιατρική των γιατρών του ΕΣΥ φέρνοντάς την μέσα στα κρατικά νοσοκομεία). Ούτε λίγο ούτε πολύ, ο καθόλα συμπαθής γιατρός μου εξήγησε ότι με αμοιβή 50 ευρώ (ανά επίσκεψη των 15 λεπτών) τα απογευματινά ιατρεία «δεν άξιζαν τον κόπο». Τότε λοιπόν μου αποκαλύφθηκε η (πικρή) αλήθεια, ότι δηλαδή κανένα δημόσιο σύστημα υγείας, πουθενά στον κόσμο, δεν είναι σε θέση να πληρώνει σε τόσους πολλούς γιατρούς τόσα πολλά χρήματα, όσα δηλαδή έχουν συνηθίσει να κερδίζουν στη σημερινή κατάσταση της διαπλοκής (εδώ η λέξη διατηρεί ακέραιο το νόημά της) στο χώρο της υγείας.

Κάπως έτσι κατέληξε ένας οικονομολόγος (και μάλιστα της υγείας) σαν εμένα να «ηθικολογεί», όπως μου προσάπτει ο έτερος συν-προσκεκλημένος Μίμης Ανδρουλάκης, αντί να αναζητά «καλύτερα κίνητρα», όπως θα του υπαγόρευε το επαγγελματικό ένστικτό του. Ήταν η εξέλιξη αυτή αναπόφευκτη; Μήπως θα πρέπει να αυτο-αθωωθούμε (άλλο ευρωπαϊκό ρεκόρ αυτό) λόγω ελαφρυντικών, λόγω π.χ. του ότι όταν η Βρετανία και η Σουηδία έχτιζαν κράτος πρόνοιας και σύστημα υγείας εμείς είχαμε εμφύλιο και τα λοιπά; Το επιχείρημα, αν και όχι εντελώς αβάσιμο, λειτουργεί πάνω από όλα ως καθησυχαστική δικαιολογία. Για παράδειγμα, στην Ιταλία το ΕΣΥ ιδρύθηκε το 1978 και στην Ισπανία το 1983. Στη μεν Ιταλία τα ταμεία υγείας καταργήθηκαν εν μια νυκτί (βοηθούσε ότι ήταν ελλειμματικά), στη δε Ισπανία καταργήθηκαν σταδιακά με ορίζοντα 2εικοσαετίας: πράγματι, ανεξαρτήτως κυβερνητικών εναλλαγών, το 2002 οι ασφαλιστικές εισφορές στα ταμεία υγείας μηδενίστηκαν εντελώς και το σύστημα υγείας έγινε πλήρως χρηματοδοτούμενο από τον κρατικό προϋπολογισμό, όπως ορίζει η θεωρία (και η κοινή λογική). Καμία νομοτέλεια λοιπόν. Η εξέλιξη του τομέα της υγείας στην Ελλάδα έχει να κάνει με τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής κοινωνίας, καθώς και με τις ιδιαιτερότητες του πολιτικού υποκειμένου που ανέλαβε να υλοποιήσει το ΕΣΥ -δηλαδή του ΠΑΣΟΚ. Το θέμα είναι τώρα τι λες, που λέει και ο ποιητής.

Η εμπέδωση ενός πνεύματος (σχετικής, έστω) ανιδιοτέλειας, σεβασμού της δεοντολογίας, σεβασμού στον ασθενή και εξυπηρέτησης του δημοσίου συμφέροντος είναι κάτι που παίρνει πολύ χρόνο -περισσότερο από τη θητεία μιας κυβέρνησης, πόσο μάλλον ενός υπουργού- και μπορεί να μη γίνει ποτέ. Χωρίς περιστροφές. Κατά τη γνώμη μου, η μόνη ελπίδα και το μόνο στοίχημα μιας μελλοντικής μεταρρυθμιστικής κυβέρνησης θα ήταν η συσσώρευση ενός «κοινωνικού κεφαλαίου»: με άλλα λόγια ο εντοπισμός πρώτα, και η συνειδητή ενίσχυση και υποστήριξη έπειτα, των λίγων γιατρών, νοσηλευτών και διοικητικών που είναι ακόμη διατεθειμένοι να προσφέρουν, με μόνο αντίτιμο ένα αξιοπρεπές, απλώς, εισόδημα -και επιπλέον «κέρδος» την αυτοεκτίμησή τους, τον σεβασμό κάποιων συναδέλφων τους, και την αγάπη των ασθενών τους. Δίχως μια τέτοια κρίσιμη μάζα ανθρώπων, καμμία μεταρρυθμιστική απόπειρα δεν θα καταφέρει όχι να αντιστρέψει αλλά ούτε καν να επιβραδύνει τον καλπάζοντα εκφυλισμό του τομέα της υγείας στη χώρα μας σε εφιαλτικό κακέκτυπο της ρεαλιστικής ουτοπίας ενός δημόσιου συστήματος υγείας, η πρόσβαση στο οποίο να εξαρτάται από την ανάγκη για περίθαλψη, όχι από το εισόδημα ή την κοινωνική θέση…



ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ppol.gr

Περισσότερα!

Σύστημα Υγείας - Αναζητώντας μια σύγχρονη πρόταση


Χρήστος Δερβένης
, Χειρουργός – Διευθυντής ΕΣΥ

Η στροφή του αιώνα βρίσκει το σύστημα Υγείας στη χώρα μας σε βαθιά κρίση. Μια κρίση πολυεπίπεδη, χρηματοδοτική, οργανωτική, ποιοτική. Η Ελλάδα, παρά τις δυο προσπάθειες των περιόδων 1981-83 και 2000-02, δεν μπόρεσε να παρακολουθήσει την ανάπτυξη των συστημάτων στην Ευρώπη αλλά και στις ΗΠΑ, που, παρά τα υπάρχοντα προβλήματα, κατέκτησαν ένα επίπεδο που εξασφάλιζε σε μεγάλα τμήματα, ή ακόμη και σε όλο τον πληθυσμό κατά περίπτωση, ικανοποιητικά επίπεδα αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας.



Δυστυχώς, στη χώρα μας, όπως και στους άλλους τομείς της κοινωνικής οργάνωσης, έτσι και στην περίπτωση της υγείας, σε συνθήκες απουσίας δημόσιου διαλόγου όλες οι πολιτικές δυνάμεις κινούνται χωρίς μεταρρυθμιστική πυξίδα, χωρίς στόχους και κυρίως, χωρίς να παρακολουθούν τις εξελίξεις στη σύνθεση του πληθυσμού, στα επιδημιολογικά δεδομένα, στην οικονομική πραγματικότητα, στις δυνατότητες της κοινωνικής ασφάλισης και στις κατακτήσεις της ιατρικής, της βιολογίας και της ιατρικής τεχνολογίας. Έτσι, οι προτεινόμενες «λύσεις» είτε είναι αναχρονιστικές (βλ. προτάσεις Αβραμόπουλου), είτε άτολμες, όπως αυτές του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Και δεν αναφέρομαι βεβαίως στις ανεκδιήγητες, συντηρητικού τύπου, κοινοτυπίες των άλλων κομμάτων της παραδοσιακής αριστεράς.

Προϋπόθεση για μια μεταρρυθμιστική πολιτική στην Υγεία, είναι η περιγραφή, με καθαρό τρόπο, του ρόλου του κράτους. Η σκόπιμα καλλιεργούμενη άποψη ότι ένα δημόσιο σύστημα οφείλει να είναι προσδεδεμένο στο κράτος, δεν είναι μόνο ανιστόρητη και αναχρονιστική (βλ. και πρόσφατες συζητήσεις για την Παιδεία), αλλά και αναποτελεσματική. Η συνταγματική πρόβλεψη της κατοχύρωσης της προστασίας της υγείας ως κοινωνικού δικαιώματος δεσμευτικού για το κράτος, αναφέρεται αποκλειστικά στην προστασία της δημόσιας υγείας και κυρίως στη διασφάλιση της ισότιμης πρόσβασης των πολιτών στις υπηρεσίες υγείας - και καθόλου δεν υπεισέρχεται, σοφά βεβαίως, στις διαδικασίες οργάνωσης και παραγωγής των υπηρεσιών. Η παρανόηση ότι το κράτος προστατεύει το κοινωνικό δικαίωμα στην υγεία μέσω του ελέγχου των μονάδων παραγωγής, όχι μόνο δεν οδηγεί σε μη εκπλήρωση της συνταγματικής υποχρέωσης - είναι γνωστές άλλωστε οι ανισότητες πρόσβασης και κυρίως ποιότητας στη χώρα μας - αλλά εξυπηρετεί μόνο της ανάγκες του πολιτικού και συνδικαλιστικού πελατειακού συστήματος. Η παραδοχή των παραπάνω, υποδεικνύει - όπως άλλωστε και όλοι οι διεθνείς οργανισμοί (ΠΟΥ, ΟΟΣΑ) προτείνουν, αλλά και η διεθνής πρακτική αποδέχεται - ως ακρογωνιαίο λίθο της μεταρρύθμισης τον πλήρη διαχωρισμό της χρηματοδότησης από την παραγωγή, που πρακτικά σημαίνει ότι όλες οι μονάδες υγείας λειτουργούν με μοναδικά κριτήρια: • την αποτελεσματικότητα και την ποιότητα,

• χωρίς κρατικές παρεμβάσεις,

• με πλήρη έλεγχο από τις ανεξάρτητες διοικήσεις όλων των συντελεστών παραγωγής που συμπεριλαμβάνουν το ανθρώπινο δυναμικό και την τεχνολογία, και

• αποζημιώνονται με ενιαίο σύστημα τιμολόγησης, ανάλογα με τις παραγόμενες υπηρεσίες.

Σε ένα τέτοιο σύστημα, ο έλεγχος ασκείται μέσω της υποχρεωτικής δημοσιοποίησης των αποτελεσμάτων των μονάδων υγείας από ανεξάρτητη αρχή διασφάλισης της ποιότητας. Η κοινωνική πολιτική, η ισότητα δηλαδή στην πρόσβαση και την ποιότητα, πραγματοποιείται μέσω της χρηματοδότησης και όχι μέσω του ελέγχου από το κράτος των μονάδων υγείας. Τα χρήματα της ασφάλισης, κοινωνικής και κρατικής, οφείλουν να ακολουθούν τις ανάγκες των πολιτών, και όχι όπως γίνεται μέχρι σήμερα, να χρηματοδοτούν την αναπαραγωγή ενός συστήματος αναξιοπιστίας και αναποτελεσματικότητας.

Το κράτος οφείλει να έχει στην αποκλειστική του ευθύνη τη δημόσια υγεία και την πρόληψη. Οφείλει να χρηματοδοτεί και να οργανώνει αποκλειστικά, εθνικά προγράμματα με βάση τα επιδημιολογικά δεδομένα. Ο ρόλος του είναι να δημιουργήσει δίχτυ προστασίας ευπαθών και κοινωνικά ασθενών ομάδων. Είναι περίεργο ότι το κράτος απουσιάζει από τον μοναδικό τομέα αποκλειστικής του ευθύνης, ίσως γιατί η κάθε είδους διαπλοκή δεν είναι προσοδοφόρα στον τομέα αυτόν. Άλλωστε, αυτό είναι το πεδίο διάκρισης μιας σοσιαλιστικού τύπου διαχείρισης της υγείας.

Η αποκέντρωση της διοίκησης - και κυρίως του ποιοτικού ελέγχου μέσω του οποίου οφείλουν να χρηματοδοτούνται οι μονάδες υγείας- πρέπει να ακολουθήσει, αναμορφούμενη σε πιο ευέλικτα σχήματα, την διοικητική μεταρρύθμιση της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ από τον Αλέκο Παπαδόπουλο. Στην ευθύνη των αποκεντρωμένων διοικήσεων βρίσκεται και ο έλεγχος του ιδιωτικού τομέα, κυρίως στο επίπεδο της ποιότητας, που σήμερα δρα ανεξέλεγκτα δημιουργώντας προβλήματα από την κατάχρηση πόρων, αλλά και σε πολλές περιπτώσεις λειτουργεί σε συνθήκες επικινδυνότητας.

Η οργάνωση της εξωνοσοκομειακής φροντίδας, που λανθασμένα εξακολουθεί να αποκαλείται πρωτοβάθμια, αποτελεί ακόμα ένα παράδειγμα πολιτικής κενολογίας από τα πολιτικά κόμματα. Περιλαμβάνεται διαρκώς στα κάθε λογής προγράμματα με τρόπο αναχρονιστικό, που βεβαίως ουδέποτε υλοποιείται. Τα χρόνια νοσήματα που αποτελούν και λόγω ηλικιακής σύνθεσης του πληθυσμού επιδημιολογική μάστιγα, απαιτούν ευέλικτες μονάδες εξειδικευμένης παροχής υπηρεσιών, που μπορούν να οργανώνονται από δημόσιους, ιδιωτικούς ή και αυτοδιοικητικούς φορείς και θα χρηματοδοτούνται με βάση το προσφερόμενο έργο.

Βεβαίως, όλα τα παραπάνω δεν μπορούν να υλοποιηθούν χωρίς μια γενναία παρέμβαση στο ανθρώπινο δυναμικό. Απαιτείται αναμόρφωση της εκπαίδευσης, πολιτικές άρσης της δημοσιοϋπαλληλοποίησης, ευελιξία στην αγορά εργασίας με σύγχρονους τρόπους προσλήψεων και συνεχούς αξιολόγησης όλων των βαθμίδων και ιδιαίτερα των διευθυντικών, και πολιτικές αμοιβών που δημιουργούν κίνητρα και αντανακλούν το παραγόμενο έργο - κλινικό, εκπαιδευτικό και ερευνητικό.

Η διαμόρφωση ενός σύγχρονου μεταρρυθμιστικού προγράμματος, οφείλει να δημιουργεί δομές και πολιτικές που πρέπει να απαντούν σε συγκεκριμένες ανάγκες των πολιτών. Να απαντούν σε συγκεκριμένα ερωτήματα και να ελέγχονται συνεχώς ως προς την αποτελεσματικότητα τους. Τούτο σημαίνει πως παράλληλα δημιουργούνται ανεξάρτητες δομές ελέγχου σε όλα τα επίπεδα, άλλως το σύστημα υγείας γίνεται αυτοαναφορικό και εξυπηρετεί δικές του ανάγκες. Το δημόσιο σύστημα υγείας δεν κινδυνεύει από την ενσωμάτωση μικροοικονομικών πολιτικών «ιδιωτικού» τύπου, ούτε από την διοικητική αποδέσμευσή του από το κράτος. Κινδυνεύει από τους δήθεν αριστερούς ανένδοτους υπερασπιστές της απόλυτης ακινησίας, που οδήγησαν, το μεν σύστημα υγείας στη χαμηλή ποιότητα και διαφθορά, τις δε ιδιωτικές δαπάνες περίπου στο 50% του συνόλου, ποσοστό πρωτοφανές ακόμη και για τα κράτη της απόλυτα ελεύθερης αγοράς.

Περισσότερα!

Παρασκευή 15 Ιουνίου 2007

Ένα δύσκολο πρόγραμμα: το ΠΑΣΟΚ και η υγεία του

Αντώνης Δημόπουλος

Ποιον ενδιαφέρουν τα προεκλογικά προγράμματα; Τι περιέχουν έξω από συλλογή κοινοτοπιών και γενικοτήτων; Ποιος τα πιστεύει όταν ξέρει ότι δεν θα τηρηθούν; Οι φράσεις κλισέ, με επανάληψη στερεότυπων, τα βαρύγδουπα μηνύματα συσκευασμένα με όρους κατανάλωσης σε ποιους απευθύνονται; Σ΄ αυτούς που ξέρουν και δεν θέλουν ή σ΄ αυτούς που δεν θέλουν να ξέρουν; Απ΄ τη μεσσιανική περίοδο του ΄80 και την ρεαλιστική στροφή του ΄90 τα κόμματα έχουν τώρα στραφεί στον μεσαίο χώρο σαν κλειδί της εκλογικής τους νίκης. Η αντιφατικότητα και πολυδιάσπαση αυτού του συνεχώς αυξανόμενου χώρου με την έντονη εξατομίκευση της κοινωνικής ανόδου έχουν αναμφίβολα εξασθενήσει κάθε συλλογικό προσκλητήριο. Γίνεται επομένως εξαιρετικά δύσκολο για κεντροαριστερά κόμματα να προσδιορισθεί ένα μέλλον με μνήμη, νόημα και προοπτική που να ενδιαφέρει και κυρίως να κινητοποιεί.


Το ΠΑΣΟΚ σε μια αργόσυρτη πορεία εξορθολογισμού και ανοίγματος σε ευρύτερα στρώματα και φαινόμενα προσπαθεί – με τεράστια δυσκολία – να μετατρέψει ένα πολυσυλλεκτικό εκλογικό μηχανισμό σε πόλο ευρύτερης συμμετοχής. Η διαρκής κομματική ιδιοτέλεια της κατάκτησης και διατήρησης της εξουσίας συγκρούεται με ότι καινούργιο καινοτόμο και διαφορετικό σε μια προσπάθεια νέας σύνθεσης. Έτσι η προγραμματική πορεία φαίνεται σαν δείκτης ωρίμανσης αυτής ακριβώς της σχέσης, ένας αυτοπροσδιορισμός ανάμεσα στο ρητορικό συνοθύλευμα υποσχέσεων και τον πειθαρχημένο σχεδιασμό προτεραιοτήτων και δεσμεύσεων.

Ειδικά στην κοινωνική πολιτική και στην Υγεία ο αυτοπροσδιορισμός αυτός γίνεται εξαιρετικά ενδιαφέρων καθώς είναι ο προνομιακός χώρος εγγραφής της κοινωνικής ευαισθησίας μιας παράταξης που αισθάνεται να έχει πατρική σχέση με το σύγχρονο κοινωνικό κράτος στη χώρας μας. Τα λάθη του παρελθόντος, η απαξίωσή του απ΄ την Ν.Δ αλλά και οι ραγδαίες αλλαγές της εποχής κάνουν την εκτεταμένη ανανέωση του συνθήκη ύπαρξης αλλιώς η απόλυτη παρακμή του είναι θέμα χρόνου. Σ΄ αυτήν την πρόκληση προσπάθησε να ανταποκριθεί ο σχεδιασμός του προγράμματος για το νέο ΕΣΥ μέσα από μια διαδικασία εκτεταμένης διαβούλευσης σ΄ όλη τη χώρα. Προηγούμενες τέτοιας εμβέλειας διεργασίες είχαν γίνει το ΄92 -΄93 με την επιτροπή Τζουμάκα και στην μεταρρύθμιση του Αλ. Παπαδόπουλου του 2000. Αυτή τη φορά έγιναν επτά περιφερειακές διασκέψεις με συμμετοχή πέντε χιλιάδων στελεχών , μελών και φίλων και κατάληξη την ημερίδα με τίτλο « Υγεία και φροντίδα για όλους και τον καθένα ξεχωριστά » στις 5 Μαΐου 2007.

Η πρόταση για το επαγγελόμενο νέο ΕΣΥ διαμορφώνεται σε δύο πεδία:

α) Την στήριξη των πολιτών με έμφαση στην δημόσια υγεία, την πρόληψη και την δημιουργία αστικής ΠΦΥ στηριγμένης στις Μονάδες Οικογενειακής Ιατρικής και τα τοπικά συστήματα ΠΦΥ .Ενισχύει την πρόσβαση στην πληροφορία και τον έλεγχο , δίνει βάρος στη διαπαιδαγώγηση και αγωγή της υγείας που μειώνει τις ανισότητες. Εξοπλίζει κάθε πολίτη με την ηλεκτρονική κάρτα υγείας και του παρέχει πρόσβαση στη δωρεάν ιατρική φροντίδα 24 ώρες την ημέρα στις νέες δομές. Υπόσχεται ουσιαστική ελάφρυνση των πολιτών από τα έξοδα που πληρώνουν άμεσα σε ιδιωτικές δαπάνες και σταδιακή εμπλοκή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

β) τον στρατηγικό εκσυγχρονισμό του συστήματος με ταυτόχρονη αποκατάσταση της απαξίωσης που υπέστη απ΄ τη Ν.Δ ( προσωπικό , λειτουργίες, προσλήψεις κλπ).Προωθείται η αυτονομία των Νοσοκομείων και συνεχίζεται και επιταχύνεται η διάχυση εξορθολογισμού( διπλογραφικό, DRGS , προμήθειες,) .Επίσης δίνεται βάρος στα αίτια των βασικών νόσων , εισάγεται θετική λίστα για το φάρμακο ενώ αυξάνεται η δημόσια δαπάνη κατά 1% του ΑΕΠ. Προσδιορίζονται ακόμα κίνητρα και κριτήρια για την ενίσχυση όλου του ανθρώπινου δυναμικού και την συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα. Ιδιαίτερη είναι η έμφαση στη δημόσια υγεία και στις συνθήκες ζωής που επηρεάζουν τις πιο συχνές αρρώστιες. Είναι χαρακτηριστικό το πλαίσιο νέων αρχών που διατύπωσε ο Γεώργιος Παπανδρέου και που στην ουσία ανατρέπουν κλασικά στερεότυπα εισάγοντας ένα προωθημένο εκσυγχρονιστικό πλαίσιο.Έτσι προτείνονται μεταξύ άλλων ο διαχωρισμός χρηματοδότη και αγοραστή από τον παροχέα υπηρεσιών και από τον χρήστη έτσι ώστε να μπορεί να ασκείται έλεγχος, αξιολόγηση και λογοδοσία σε όλα τα επίπεδα. Ακόμα η χρηματοδότηση ακολουθεί τις ανάγκες και προτιμήσεις του ασθενή , επαναπροσδιορίζεται το πακέτο υπηρεσιών και τίθενται υψηλά επίπεδα ποιότητας.

Το πρόγραμμα προσπαθεί με αυτόν τον τρόπο να προβάλλει μια σταδιακή ανατροπή του νοσοκομειοκεντρικού υποδείγματος όλης της μεταπολεμικής περιόδου στα επιτυχημένα πρότυπα άλλων δυτικών χωρών (Αγγλία, Σουηδία, Ολλανδία ). Η στροφή στην πρόληψη, η ενδυνάμωση του πολίτη και η μείωση των ανισοτήτων συμβαδίζει με μια σύγχρονη αποκεντρωμένη διοίκηση, οργάνωση και χρηματοδότηση.

Οι βασικές αδυναμίες της καθ΄ όλα αξιόλογης αυτής προσπάθειας και των θέσεων
που εκφράζονται μπορούν να χωρισθούν σε δύο κατηγορίες:

α. Η έλλειψη αποτίμησης. Τα κομματικά τελετουργικά που συχνά εκφυλίζονται σε σκηνικά διαλόγου και παρ΄ ότι περιέχουν μόνιμα γκρίνια και κριτική αυτή αναφέρεται κυρίως στην προσωπική εμπλοκή και περιπέτεια του καθενός. Η πραγματική αξιολόγηση των πεπραγμένων αναβάλλεται, αφαιρείται ή απορρίπτεται ώστε να αποφευχθεί η μείωση όσων ενεπλάκησαν σε αποτυχίες. Οι τρεις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες της περιόδου ΄93-΄04, η εισαγόμενη αλήθεια του Κρεμαστινού, ο κορπορατισμός του Γείτονα και ο επιχειρησιακός βολονταρισμός του Αλ. Παπαδόπουλου έχουν αφήσει τραύματα νωπά. Παρ΄ ότι οι εμπειρίες από αυτές τις προσπάθειες είναι κρίσιμες δεν φαίνονται να εγγράφονται σε μια συλλογική μνήμη με απολογισμό, συνέχεια και σταδιακό εξορθολογισμό. Για παράδειγμα η διελκυνστίδα των ταμείων με τον ενιαίο φορέα υγείας (Κρεμαστινός), ΣΥΣΣΕΔΥΠΠΥ (Γείτονας) ή ΟΔΙΠΥ (Αλ. Παπαδόπουλος) δεν είναι μνημείο ανακολουθίας; Ο καλπασμός των ιδιωτικών επιχειρηματικών σχημάτων υψηλής τεχνολογίας με αλόγιστη τραπεζική χρηματοδότηση ή η έκρηξη της κατανάλωσης των φαρμάκων σε τίνος ανοχή στηρίχθηκαν; Η κατασκευαστική κατεύθυνση της περιόδου Σημίτη ήταν πράγματι αναγκαία σε τέτοια έκταση και χωροθέτηση; Γιατί υπήρξε αδυναμία διάχυσης της ωφέλειας απ΄ την αύξηση των κοινωνικών δαπανών στα κατώτερα στρώματα και ευνοήθηκαν κυρίως τα μεσαία;

Απαντήσεις σε τέτοια ερωτήματα είναι κρίσιμες στον όποιο νέο σχεδιασμό για να μην επαναλαμβάνονται παλαιότερα λάθη.

β. Η έλλειψη συμφωνιών και δεσμεύσεων. Τα τέσσερα θέματα που ταλάνισαν όλη την δεκαπενταετία που πέρασε την ολοκλήρωση του ΕΣΥ ήταν η ενοποίηση των κλάδων Υγείας των Ταμείων, η εφαρμογή του σύγχρονου (δημοσίου) managment στα Νοσοκομεία, η αστική ΠΦΥ με την ένταξη του ΙΚΑ στο ΕΣΥ και τέλος η ουσιαστική αποκέντρωση στην περιφέρεια και την τοπική αυτοδιοίκηση. Στην τωρινή πρόταση επιχειρείται η απάντηση – μερική ή ολική – σε κάθε ένα από αυτά τα προβλήματα.

Αφήνεται όμως μετέωρο ποιοι και σε ποιο βαθμό συμφωνούν συναινούν και συντάσσονται στην στήριξη αυτών των θέσεων. Συχνά δίνεται η εντύπωση ότι η συνεισφορά διαφόρων θεσμικών εκπροσώπων ή απλών στελεχών είναι απλώς η μονότονη παράθεση των συντεχνιακών ή άλλων αιτημάτων τους χωρίς αντιπαραβολή, ανταπόκριση, αντίδραση ή αντίλογο στο πλαίσιο που προτείνεται. Βεβαίως η απεμπλοκή από άγονες καθηλώσεις είναι σημαντική αλλά το ίδιο σημαντική είναι η δημιουργία μετώπου στήριξης και προώθησης των νέων θέσεων ώστε να αποκτήσουν δυναμική. Αποδέχονται τα Ταμεία την –έστω- λειτουργική διασύνδεση των κλάδων υγείας η θα συνεχίσουν οι «μαύρες τρύπες»; Οι γιατροί του ΙΚΑ θα συνεργασθούν με τις Μονάδες οικογενειακής ιατρικής στο πλαίσιο των τοπικών συστημάτων ΠΦΥ ή θα λειτουργήσουν ανταγωνιστικά; Η αυτονομία των Νοσοκομείων θα ξεφύγει απ΄ τον γραφειοκρατικό κλοιό και την αυτοαναφορικότητα πολλών εργαζομένων; Θα γίνει επιτέλους αποδεκτό το εκσυγχρονιστικό πλαίσιο στην πράξη (αξιολόγηση , αποδοτικότητα, αποτελεσματικότητα, ποιότητα); Το υπερσυγκεντρωτικό κράτος θα επιτρέψει την σύνδεση του ΕΣΥ με την περιφέρεια και τον νέο Καποδίστρια προωθώντας διατομεακές δράσεις ή θα συνεχίσει να καταστέλλει κάθε αποκέντρωση;

Το σημαντικότερο απ΄ όλα υπάρχει μια κρίσιμη μάζα γιατρών και άλλων εργαζομένων στο σύστημα υγείας αλλά και πολιτών διατεθειμένων να ξεφύγουν από την σημερινή καθήλωση; Να συμμετάσχουν και να στηρίξουν ένα νέο πνεύμα ανανέωσης του δημόσιου χώρου; Οι υπόλοιποι παράγοντες (ιδιωτικός τομέας, φαρμακευτικές εταιρίες κλπ) αλλά και ο ίδιος ο κόσμος θα πεισθεί να συμβάλλει σε ένα νέο πλαίσιο λειτουργίας; Σ΄ ένα σύγχρονο σύστημα που να ανταποκρίνεται στην εποχή και τις ανάγκες όλων των πολιτών;

Απαντήσεις σε τέτοια ερωτήματα θίγουν την πραγματική ουσία του ζητήματος και προσδιορίζουν τις πιθανότητες επίλυσής του.

Συμπερασματικά παρά τον εκφυλισμό ή την συμβατική διεκπεραίωσή τους, οι ανοιχτές διαδικασίες προγραμματικού διαλόγου είναι στιγμή απολογισμού, αναστοχασμού, προοπτικής, ευαισθησίας, αυτοσυνειδησίας. Είναι μια εξόχως πολιτική στιγμή μετατόπισης του ενδιαφέροντος απ΄ τα τρέχοντα και καθημερινά στα καίρια και ουσιώδη. Και η ασθενής δημόσια σφαίρα έχει ανάγκη από όλο και περισσότερες τέτοιες νησίδες ελεύθερης διαβούλευσης.

Περισσότερα!

Δευτέρα 11 Ιουνίου 2007

Το Νέο ΕΣΥ

Δρ Γ. Βογιατζής, Στέλεχος Επιχειρήσεων

Στόχος της πολιτικής υγείας δεν είναι απλά να προβλέψει το μέλλον και κατά συνέπεια να προσαρμοσθεί σε αυτό. Η πρόβλεψη του μέλλοντος είναι σχετικά εύκολη υπόθεση. Αλλά αυτό δεν αρκεί. Αυτό που κάνει την διαφορά -και είναι και το ζητούμενο- είναι να διαμορφώσεις το μέλλον. Αυτός πρέπει να είναι ο τελικός στόχος. Ένα βασικό στοιχείο της προσπάθειας για την διαμόρφωση του μέλλοντος είναι η απόκτηση ιδεολογικής ηγεμονίας (πολιτικής). Η ιδεολογική ηγεμονία στηρίζεται σε στάνταρντς. Θέτει τα στάνταρντς (στόχοι, αντιλήψεις, τρόπος ανάλυσης). Τρία εισαγωγικά κρίσιμα σημεία:



1. Οι δαπάνες υγείας δεν θα πρέπει να θεωρούνται έξοδα αλλά επένδυση. Όσο περισσότερα επενδύουμε στην υγεία τόσο πιο πλούσιοι σαν κράτος γινόμαστε. Δυστυχώς όμως, όλες οι πολιτικές υγείας στοχεύουν στον περιορισμό του κόστους. Δεν στοχεύουν στην ανάπτυξη.

2. Τα ΕΣΥ, όπως και τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης δημιουργήθηκαν για να καλύψουν ανάγκες μιας άλλης κοινωνίας. Δεν σημαίνει ότι μπορούν να καλύψουν ικανοποιητικά τις ανάγκες της σημερινής κοινωνίας, πολύ δε περισσότερο της αυριανής. Οι καλές ιδέες δεν διαρκούν για πάντα.

3. Το θεωρητικό μοντέλο που χρησιμοποιείται σήμερα για να εξηγήσει την εξέλιξη των συστημάτων υγείας, αλλά και να προβλέψει τις μελλοντικές είναι ανεπαρκές. Χρειάζεται νέα θεωρητική προσέγγιση. Η θεωρία της πολυπλοκότητας και η network theory είναι ένα ισχυρό εργαλείο.

Τέσσερα είναι τα δομικά προβλήματα των συγχρόνων ΕΣΥ:

1. η οργανωτική δομή του ΕΣΥ: (η μεγαλύτερη αντίφαση)
* είναι προσανατολισμένη στην θεραπεία των οξέων παθήσεων και την αντιμετώπιση των επειγόντων περιστατικών
* δεν ενδιαφέρεται για την πρόληψη
* βασίζεται στην ατομική άσκηση της ιατρικής.

Αντίθετα οι σημερινές ανάγκες υγείας του πληθυσμού απαιτούν:

* την αντιμετώπιση των χρόνιων παθήσεων
* την αναγνώριση και εξάλειψη των παραγόντων κινδύνου που προκαλούν τις παθήσεις
* την συνεργασία και τον συντονισμό διαφορετικών ειδικοτήτων λειτουργών υγείας

Έχουμε αλλαγή στο νοσολογικό φάσμα. 50% του πληθυσμού πάσχει από μία χρόνια πάθηση. Το 40% από αυτούς πάσχουν από περισσότερες από μία πάθηση. Το 75% των πόρων υγείας ξοδεύονται για την αντιμετώπιση των 10-15 πιο κοινών χρόνιων παθήσεων. Το 2% των ασθενών με χρόνιες παθήσεις είναι υπεύθυνο για το 30% των μη προγραμματισμένων εισαγωγών και για το 80% των επισκέψεων στους Οικογενειακούς Γιατρούς. (UK BMJ 27-11-04 p.1251) Το 42% των ημερών νοσηλείας σε Αγγλικά νοσοκομεία οφείλεται στο 5% των ασθενών. Πολλές από τις χρόνιες παθήσεις μπορεί να προληφθούν ή να αντιμετωπισθούν οι επιπτώσεις τους αποτελεσματικά. Οι χρόνιες παθήσεις απαιτούν διαφορετική αντιμετώπιση από ομάδα ειδικών γιατρών, κοινωνικών λειτουργών και άλλων υπηρεσιών. Δεν μπορεί ένας γιατρός πολύ δε περισσότερο ο οικογενειακός γιατρός να αντιμετωπίσει ικανοποιητικά τους χρόνιους ασθενείς.

Τι προτείνουμε: νέο μοντέλο παροχής υπηρεσιών:

· Νέος ρόλος για τον οικογενειακό γιατρό (έμφαση στην πρόληψη, στην διάγνωση και στην παρακολούθηση αλλά όχι στην θεραπεία των χρονίων πασχόντων). Αν απελευθερωθούν από τις θεραπείες –που και δύσκολα μαθαίνονται και εξειδίκευση χρειάζονται- μοιραία θα στραφούν στην πρόληψη –που εύκολα μαθαίνεται κι εφαρμόζεται.

· Ίδρυση Ειδικών Κέντρων για την Αντιμετώπιση των (πιο συχνών) Χρονίων Παθήσεων. Τα Κέντρα θα στελεχώνονται από ομάδα ειδικών γιατρών, καθώς και από νοσηλευτικό προσωπικό, προσωπικό κοινωνικών υπηρεσιών που απαιτούνται για την ολοκληρωμένη αντιμετώπιση των χρόνιων παθήσεων.

· Έμφαση στην πρόληψη και την αντιμετώπιση των παραγόντων κινδύνου που προκαλούν τις αρρώστιες.

· Νέο μοντέλο οργάνωσης και διοίκησης του ΕΣΥ. Το ΕΣΥ γίνεται αυτοδιοικούμενος ανεξάρτητος οργανισμός με δική του ιεραρχία κι ηγετική ομάδα, υπό την εποπτεία του Υπουργείου Υγείας.

2. Η διάχυση της γνώσης: (η μεγαλύτερη αδυναμία του ΕΣΥ)

· Ποτέ στην ιστορία της Ιατρικής και της επιστήμης δεν παρήχθη τόσο πολύ μεγάλη ποσότητα γνώσης σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Η συσσώρευση γνώσης θα εξακολουθήσει να παράγεται με τρομακτικά γρήγορους ρυθμούς. Κανένας ιατρός σήμερα δεν είναι δυνατό να παρακολουθεί όλες τις εξελίξεις της ειδικότητας του. 50% της γνώσης της ιατρικής αλλάζει κάθε 5 χρόνια. Επιπλέον το πρόβλημα με την Ιατρική δεν περιορίζεται στο ότι ο γιατρός πρέπει να μαθαίνει συνέχεια, αλλά στο ότι θα πρέπει να μάθει να ξεχνά πρακτικές που ακολουθεί, που σύμφωνα με τα νεώτερα δεδομένα αποδεικνύονται ότι προκαλούν κακό παρά καλό.

· Στο ΕΣΥ καταγράφεται απουσία ουσιαστικής προόδου στην διάχυση της κατάλληλης γνώσης και την εφαρμογή της στην κλινική πράξη.

· Η μη ικανοποιητική διάχυση της γνώσης συνδέεται άμεσα με ένα πρόβλημα υψίστης σημασίας: την ασφάλεια των ασθενών. Οι υπηρεσίες υγείας σήμερα βλάπτουν υπερβολικά συχνά.

· Υπάρχουν νησίδες στο ΕΣΥ που χρησιμοποιούν την σωστή γνώση. Δεν υπάρχει όμως διάχυση αυτής της γνώσης στον επιθυμητό βαθμό σε όλο το σύστημα. Η πλειοψηφία των ασθενών δεν ωφελείται όσο θά'πρεπε από τα επιτεύγματα της επιστήμης και της Ιατρικής.

Τι προτείνουμε:

* Εντατική εκμετάλλευση της ΙΤ για την διάχυση της γνώσης. Είναι εκπληκτικό το γεγονός το πόσο λίγο επηρέασε η πληροφορική την καθημερινή άσκηση της ιατρικής.
* Αναγνώριση και διασύνδεση των καλυτέρων μονάδων του ΕΣΥ με άλλες μονάδες του συστήματος με στόχο την διάχυση της γνώσης.
* Εξειδίκευση επιλεγμένων μονάδων του ΕΣΥ αναδεικνύοντας τις. Κέντρα Αναφοράς.
* Περιοδικός έλεγχος των γνώσεων των λειτουργών υγείας
* Κατευθυντήριες οδηγίες. Για κάθε πάθηση να εκπονηθούν οδηγίες αντιμετώπισης που να εφαρμόζονται από τους λειτουργούς υγείας.

3. Η στρεβλή βάση του ανταγωνισμού.

· Σε κάθε οικονομική δραστηριότητα ο υγιής ανταγωνισμός οδηγεί σε αύξηση της προστιθέμενης αξίας για τον καταναλωτή, βελτιώνει την ποιότητα και μειώνει το κόστος. Το ΕΣΥ είναι κλασική περίπτωση οικονομικής δραστηριότητας που δεν διέπεται από κανόνες ανταγωνισμού. Το κόστος παροχής των υπηρεσιών είναι υψηλό και αυξάνει δίχως παράλληλη βελτίωση της ποιότητας.

· Ο ανταγωνισμός στις υπηρεσίες υγείας συμβαίνει (αν συμβαίνει):

α) με λάθος κατανομή των πόρων: έμφαση στην χρηματοδότηση της απρόσωπης νοσοκομειακής –κι εξωνοσοκομειακής- κι όχι στις ατομικές υπηρεσίες πρόληψης, διάγνωσης και θεραπείας. Οι τεράστιες διαφορές όμως στο κόστος και στην ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών σημειώνονται στο προσωπικό επίπεδο αντιμετώπισης της κάθε αρρώστιας και πάθησης. Οι καλές και οι κακές μονάδες λαμβάνουν τα ίδια χρήματα. Δεν υπάρχει αξιοποίηση των καλών μονάδων, ώστε να δέχονται περισσότερα περιστατικά, ούτε πίεση στις άλλες ομοειδείς μονάδες να τους ξεπεράσουν. Το κόστος και η ποιότητα των υπηρεσιών θα βελτιωθεί όταν προληφθούν τα λάθη, ενισχυθεί η αποδοτικότητα και αξιοποιηθεί η εξειδίκευση.

β) με λάθος στόχο. Ο ανταγωνισμός σε λάθος επίπεδο επιδεινώνεται κι από την επιδίωξη επίτευξης λάθους στόχου: την μείωση του κόστους. Η κατάσταση χειροτερεύει ακόμη περισσότερο διότι δεν επιδιώκεται μείωση του συνολικού κόστους των υπηρεσιών υγείας, αλλά μείωση του κόστους που προέρχεται από επί μέρους -μη συντονισμένες- δραστηριότητες, όπως των φαρμακευτικών δαπανών, την καθήλωση των ήδη χαμηλών αμοιβών του προσωπικού και τον περιορισμό των επενδύσεων σε κρίσιμους τομείς. Η συγκράτηση του κόστους όμως που επιτυγχάνεται από τις παραπάνω πρωτοβουλίες είναι και αμφισβητούμενη και ίσως επιφέρει και τα αντίθετα αποτελέσματα. Ταυτόχρονα ουδεμία σοβαρή προσπάθεια παρατηρείται για περιορισμό της σπατάλης στο ΕΣΥ. Αντίθετα ο σωστός στόχος είναι η βελτίωση της αξίας (η ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών ανά ευρώ που ξοδεύεται). Όταν η πολιτική επικεντρώνεται στην συγκράτηση μόνο του κόστους τότε και οι χρηματοδότες (Ασφαλιστικά Ταμεία- Δημόσιο) και το ΕΣΥ, αλλά ακόμη κι οι λειτουργοί υγείας δίδουν λιγότερη προσοχή στην επίτευξη καλυτέρων αποτελεσμάτων και στην βελτίωση της αξίας των παρεχομένων υπηρεσιών.

γ) με λάθος τρόπο: αντί να επιδιώκεται βελτίωση των παρεχομένων υπηρεσιών (αύξηση της αξίας) σε ατομικό επίπεδο, οι ασφαλιστικοί οργανισμοί αλλά και το δημόσιο αποζημιώνουν τους προμηθευτές είτε με ελλειμματικό κλειστό νοσήλιο στα δημόσια νοσοκομεία, είτε πληρώνοντας διαφορετικές -υψηλότερες αλλά καθορισμένες- τιμές για τις ίδιες υπηρεσίες στον ιδιωτικό τομέα. Ο τρόπος αυτός δεν επιτρέπει πολλά περιθώρια βελτίωσης των υπαρχόντων υπηρεσιών, ούτε ενθαρρύνει την καινοτομία και τις επενδύσεις. Ο ιδιωτικός τομέας δεν ενδιαφέρεται για αύξηση της αξίας αλλά για αύξηση της διαπραγματευτικής του δύναμης.

δ) με λάθος μοντέλο: η αποζημίωση των υπηρεσιών υγείας κατ' ευθείαν από τα ασφαλιστικά ταμεία ή το δημόσιο δίχως την ενεργητική συμμετοχή του πάσχοντος οδηγεί σε κατασπατάληση των πόρων, παροχή ακριβών μη καταλλήλων υπηρεσιών κι αδιαφορία για το κόστος των υπηρεσιών. Επιπλέον, η παροχή υπηρεσιών υγείας κι από τους ίδιους τους ασφαλιστικούς οργανισμούς παραμορφώνει τον ανταγωνισμό και δεν οδηγεί ούτε σε μείωση του κόστους ούτε σε βελτίωση των υπηρεσιών. Δεν μπορούν τα ασφαλιστικά ταμεία να παρέχουν ταυτόχρονα και υπηρεσίες υγείας. Είναι ασύμβατες δραστηριότητες. Τα ασφαλιστικά ταμεία δεν ανταγωνίζονται για την εγγραφή των μελών τους. Δεν υπάρχει ελεύθερη επιλογή ασφαλιστικού φορέα.

ε) με λανθασμένη πληροφόρηση: η πληροφόρηση είναι αναπόσπαστο στοιχείο του υγιούς ανταγωνισμού. Δεν υπάρχει επίσημο σύστημα πληροφόρησης των ασθενών για τις επιδόσεις των μονάδων υγείας και κατά συνέπεια δεν μπορεί να γίνει ούτε σύγκριση ούτε αξιολόγηση του κινδύνου. Αντίθετα η πληροφόρηση γίνεται με το στόμα και δεν είναι τεκμηριωμένη. Κατά συνέπεια ο χρήστης δεν διευκολύνεται στις επιλογές του.

στ) με δίχως κίνητρα στους αγοραστές των υπηρεσιών υγείας: δεν υπάρχουν κίνητρα στους χρήστες των υπηρεσιών υγείας για την ορθολογική χρήση των υπηρεσιών. Αντίθετα υπάρχουν αντικίνητρα. Επίσης ούτε τα ασφαλιστικά ταμεία έχουν κάποιο κίνητρο να μαθαίνουν στους ασφαλισμένους τους να αναζητούν τις υπηρεσίες υγείας με την καλύτερη αξία, ούτε τα ίδια προσπαθούν να μειώνουν στο ελάχιστο την γραφειοκρατία τους και να διευκολύνουν την ζωή των ασφαλισμένων τους.

ζ) με αντικίνητρα για τους παραγωγούς των υπηρεσιών υγείας: θα έπρεπε να αμείβεται ο παραγωγός υπηρεσιών υγείας που προσφέρει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, και να ενθαρρύνεται ο ανταγωνισμός μεταξύ των προμηθευτών. Υπάρχουν περιπτώσεις που μονάδες υγείας ‘μπαίνουν μέσα’ αν βελτιώσουν την παραγωγικότητα τους! Δεν υπάρχουν κίνητρα για βελτίωση της ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών, αλλά ούτε κι αρνητικές συνέπειες για χειροτέρευση των υπηρεσιών.

Τι προτείνουμε:

· Αλλαγή του τρόπου χρηματοδότησης των υπηρεσιών υγείας, της αποζημίωσης των μονάδων υγείας και των λειτουργών υγείας. Από την ερώτηση ‘ποιος πληρώνει’ στο ‘ποιος παρέχει την καλύτερη αξία’. Σύνδεση της αμοιβής με το αποτέλεσμα (ποιότητα) κυρίως στις χρόνιες παθήσεις.

· Ο χρήστης των υπηρεσιών υγείας θα έχει ενεργό συμμετοχή στην διαχείριση των οικονομικών πόρων που αφορούν την αποζημίωση των υπηρεσιών υγείας που του παρέχονται. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα πληρώνει περισσότερα χρήματα από την τσέπη του.

· Πλήρης ελευθερία επιλογής από τους χρήστες των υπηρεσιών υγείας. Δεν πρέπει να υπάρχουν περιορισμοί ούτε διαδικασίες προέγκρισης όταν ο χρήστης επιλέγει ιατρό ή νοσηλευτικό ίδρυμα. Δεν είναι δυνατό να υποχρεώνεις ασθενείς να επιλέγουν υπηρεσίες που δεν επιθυμούν.

· Διαφοροποίηση της στρατηγικής των νοσοκομείων: επιδίωξη η λειτουργία μονάδων και παροχή υπηρεσιών που βασίζονται στην γνώση, την εξειδίκευση και στην ποιότητα με στόχο την διάκριση. Όλα τα νοσοκομεία δεν μπορούν να προσφέρουν τα πάντα. Η απόφαση το τι δεν μπορούν να αναπτύξουν τα νοσοκομεία αποτελεί πραγματική επανάσταση.

· Διαφάνεια τιμών. Η διαδικασία καθορισμού της τιμής των υπηρεσιών υγείας θα πρέπει να είναι διαφανής και διαθέσιμη σε όλους. Οι παρέχοντες τις υπηρεσίες υγείας έχουν τις ίδιες τιμές για όλους τους ασθενείς. Διαφορετικοί παραγωγοί υπηρεσιών υγείας μπορούν να έχουν διαφορετικές τιμές με στόχο την ενίσχυση του ανταγωνισμού.

· Δίκτυο πληροφόρησης των ασθενών.

· Αξιοποίηση του ρόλου των εργοδοτών στην προαγωγή υγείας. Οι επιχειρήσεις μπορούν να συνεισφέρουν σημαντικά στην προάσπιση της υγείας των εργαζομένων τους.

I am not going to force patients to choose services they don’t want.

(αν είναι να κλείσουν νοσοκομεία με χαμηλή απόδοση, ας κλείσουν!)


ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

Σήμερα
Μειονεκτήματα του συστήματος

1. Ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες αδικαιολόγητης αύξησης των δαπανών υγείας. Ο προμηθευτής των υπηρεσιών δεν πληρώνεται από τον αγοραστή αλλά από ένα τρίτο μέρος. Σαν συνέπεια κανένα από τα τρία μέρη δεν έχει άμεσο συμφέρον ή/και ενδιαφέρον να ορθολογικοποιήσει τις δαπάνες.

2. Τεράστιο το διοικητικό κόστος διαχείρισης (είσπραξης των εισφορών πληρωμής των προμηθευτών, ενημέρωσης των αρχείων κλπ).

3. Πηγή διαφθοράς του συστήματος: επιτρέπει την αθέμιτη συναλλαγή μεταξύ του προμηθευτή και του πελάτη.

4. Ενισχύει την γραφειοκρατία και κατά συνέπεια την ταλαιπωρία: κύρια του πελάτη αλλά και του προμηθευτή αρκετές φορές (χαρτιά, βεβαιώσεις, χρόνος έγκρισης δαπανών, χρόνος πληρωμής).

5. Είναι κοινωνικά άδικο: οι εισφορές είναι καθορισμένες σε ποσοστό του μισθού και όχι του εισοδήματος.

6. Είναι κοινωνικά άδικο: ένας εργαζόμενος με ίδιο μισθό πληρώνει διαφορετικές εισφορές αν ανήκει σε διαφορετικά ταμεία.

7. Είναι κοινωνικά άδικο: οι εισφορές των ελευθέρων επαγγελματιών καθορίζονται από πλαφόν και όχι ανάλογα του εισοδήματος τους.

8. Είναι κοινωνικά άδικο: μεγάλες ομάδες του πληθυσμού δεν συνεισφέρουν όπως θα έπρεπε.

9. Είναι κοινωνικά άδικο: κάποιες ομάδες πληθυσμού ‘πληρώνουν’ (ή κι ολόκληρη η κοινωνία μέσω κοινωνικών πόρων) για άλλες ομάδες που αν και έχουν την οικονομική δυνατότητα να συνεισφέρουν για διάφορους λόγους δεν το κάνουν.

10. Είναι κοινωνικά άδικο: ανάγκασε τους ασφαλισμένους να πληρώνουν από την τσέπη τους για υπηρεσίες που υποτίθεται ότι καλύπτει.

11. Είναι κοινωνικά άδικο: τα διαφορετικά ταμεία καλύπτουν διαφορετικού τύπου υπηρεσίες.

12. Δεν αξιοποιεί τους πόρους που διαχειρίζεται.

13. Χρηματοδοτεί με όχι διαφανή κριτήρια την κοινωνική ασφάλιση.

14. Δημιουργεί ελλείμματα στα δημόσια νοσοκομεία γιατί δεν πληρώνει (και ότι αυτό συνεπάγεται).

15. Πληρώνει με διαφορετικά τιμολόγια τον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα – πάντοτε σε βάρος του δημοσίου.

16. Έχει εξωθήσει το σύστημα σε στρεβλή ‘ανάπτυξη’ και σε λάθος ‘κουλτούρα’. Μη αποζημιώνοντας ικανοποιητικά ( με αντικειμενικά κριτήρια) τους προμηθευτές τους οδήγησε σε άλλες κατακριτέες λύσεις.

17. Εξακολουθεί να πληρώνει προμηθευτές και ιδρύματα που προσφέρουν χαμηλού επιπέδου υπηρεσίες δίχως να έχει το σθένος να επιβάλει κυρώσεις.

18. Δεν έχει κατορθώσει να εφαρμόσει στοιχειώδες σύστημα αξιολόγησης των προσφερομένων υπηρεσιών.

19. Για μια μικρή βελτίωση των παρεχομένων υπηρεσιών θα απαιτηθούν δυσανάλογα υψηλοί πόροι.

20. Δεν μπορεί να ‘σηκώσει’ το βάρος της αναγέννησης του συστήματος (από την άποψη της χρηματοδότησης). Οι εισφορές του κλάδου υγείας του ΙΚΑ είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη.

21. Είναι πηγή μη ικανοποίησης των καταναλωτών (ουρές, καθυστερήσεις, χαμηλής ποιότητας υπηρεσίες).

22. Ο μεγάλος αριθμός των ταμείων οδηγεί σε αναποτελεσματικό σύστημα διοίκησης, κατακερματισμό των αποφάσεων και σε πολιτικό παιχνίδι συσχετισμών άσχετο με τα συμφέροντα των καταναλωτών.

23. Η μη παροχή ολοκληρωμένων υπηρεσιών προληπτικής ιατρικής και προαγωγής υγείας.

ΤΙ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΡΟΣΦΕΡΕΙ

1. Παρακολούθηση των εξελίξεων της επιστήμης και της τεχνολογίας. Δεν έχει κίνητρο, θεωρεί δε την εφαρμογή καινοτομιών ότι αυξάνει το κόστος, (ενώ κανονικά θα έπρεπε να το μειώνει).

2. Περιορίζει τις επιλογές του χρήστη.

3. Ικανοποίηση των αυξανόμενων αναγκών των πελατών του για την παροχή και χρηματοδότηση νέων υπηρεσιών λόγω της γραφειοκρατίας και της νοοτροπίας που το διακρίνει.

4. Ακριβές ή οριακής χρησιμότητας υπηρεσίες. Στο όνομα ορθολογισμού των δαπανών αρνείται την παροχή υπηρεσιών που δεν πληρούν τα κριτήρια του κόστους – αποτελεσματικότητας. Ακόμη και στην περίπτωση που οι υπηρεσίες αυτές μπορεί να είναι ωφέλιμες αλλά μόνο σε λίγους (οι οποίοι παρεπιπτόντως πληρώνουν κανονικά τις εισφορές).

5. Βελτίωση των υπηρεσιών, αφού η βελτίωση σίγουρα απαιτεί και αύξηση των δαπανών (δεν υπάρχει και το κίνητρο).

6. ‘Εξατομικευμένες’ υπηρεσίες αφού η λογική είναι για ομοιόμορφες μαζικού τύπου υπηρεσίες.

ΤΙ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ

1. Να θεωρεί τα άτομα που ζητούν υπηρεσίες πελάτες και όχι ασθενείς.

2. Να θεωρεί την αύξηση των δαπανών λόγω των καινοτομιών σαν όφελος που θα οδηγήσει σε αύξηση της εθνικής παραγωγικότητας. Διότι ο στόχος είναι η μείωση των δαπανών.

3. Δεν μπορεί να δει την σχέση μεταξύ κόστος υπηρεσιών υγείας, επίπεδο υγείας και παραγωγικότητα.

4. Δεν μπορεί να αξιολογήσει τις μακροχρόνιες ευεργετικές επιπτώσεις λόγω εφαρμογής καινοτομιών που βοηθούν τους καταναλωτές να μανατζάρουν τις χρόνιες παθήσεις τους, από την αύξηση του κόστους που θα προκαλέσουν αυτές οι καινοτομίες.

5. Στο όνομα μείωσης των δαπανών περιορίζει την πρόσβαση στις υπηρεσίες, αρνείται την παροχή υπηρεσιών υψηλής τεχνολογίας και εξειδικευμένων υπηρεσιών, δεν χρηματοδοτεί προγράμματα προληπτικής ιατρικής και προαγωγής υγείας.Αλλά αυτή η εξοικονόμηση πόρων είναι ψευδαίσθηση. Οι καταναλωτές πληρώνουν για αυτή την εξοικονόμηση από τον ‘ελεύθερό’ τους χρόνο περιμένοντας για την παροχή των υπηρεσιών και τελικά όλοι εμείς πληρώνουμε για αυτούς λόγω των περισσοτέρων ημερών απουσίας τους από την εργασία και την χαμένη παραγωγικότητα.

Αυτό που καλούμε εξοικονόμηση δαπανών υγείας το πληρώνουμε αλλού στην οικονομία.

Αντίθετα οι καταναλωτές που αγοράζουν μόνοι τους τις υπηρεσίες αξιολογούν καλύτερα την αξία της εξειδικευμένης υπηρεσίας, την ευκολία τους στην πρόσβαση και τα προγράμματα πρόληψης, σε σχέση μα τον ελεύθερο χρόνο τους και την παραγωγικότητα.

Περισσότερα!

Παρασκευή 1 Ιουνίου 2007

Η συνολική Έλλειψη Υπευθυνότητας στο Σύστημα Υγείας της Ομ. Δημ. της Γερμανίας

Καλαβρυτινός Μιχάλης, Οδοντίατρος

Η κυβέρνηση συνασπισμού της Ομ.Δημ.Γερμανιας μετά από μια διαπραγμάτευση μεταξύ των κομμάτων που απαρτίζουν τον συνασπισμό SPD και CDU-CSU κατέληξαν σε μια συμφωνία η οποία κατά πολλούς αναλυτές πολύ λίγο θα συνεισφέρει στην αναδιάρθρωση του σχεδόν χρεωκοπημένου συστήματος υγείας της χώρας.

Και αυτό όπως έγραψε ο αποθανών τον περασμένο χρόνο και επί 35 χρόνια διοικητικός ΓΓ του υπουργείου υγείας Karl Jung εξ αιτίας των πολυαρίθμων συντεχνιακών ομάδων του χώρου της Υγείας των οποίων πρώτη προτεραιότητα δεν είναι η μεταρρύθμιση του συστήματος και η πιο εύρυθμη λειτουργία του αλλά η περιφρούρηση των ιδίων συμφερόντων εις βάρος εν τελεί του τελικού καταναλωτή που είναι ο πολίτης.


Έχοντας συμμετάσχει στη διαμόρφωση πάνω από 1000 νομοσχεδίων αφορώντα την Υγεία κατέληξε στο συμπέρασμα λίγο πριν τον θανάτου ότι το σύστημα των ασφαλιστικών ταμείων δεν επιθυμεί μεταρρυθμίσεις που θιγούν την θέση των ταμείων μέσα στο συνολικό σύστημα Υγείας.

Οι πολιτικοί στη Ομ Δημ Γερμανίας πέρα από τις προσωπικές η πολιτικές αντιπαραθέσεις δεν εστιάζουν στο βασικό ερώτημα, πως δηλαδή αυτή η εν τελεί γιγανταία επιχείρηση μπορεί να οργανωθεί ώστε να είναι πιο αποτελεσματική, καλύτερα διαχειρίσιμη και βασικά οικονομικότερη.

Τα οικονομικά μεγέθη μιλούν για μια επιχείρηση η οποία παράγει προϊόντα και υπηρεσίες ημερήσιου κόστους 650 εκατομμυρίων Ευρώ. Ένα Ευρώ στα δέκα παράγεται από παραγωγούς του ιατροφαρμακευτικού συμπλέγματος (γιατροί, νοσοκομεία, Φαρμακεία, και μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες) Στο οποίο σύμπλεγμα απασχολούνται 3,8 εκατομμύρια άτομα.

Και όμως αυτό το πολύπλοκο και δαιδαλώδες σύστημα είναι υπεύθυνο για την σταδιακή φθορά και απαξίωση του.

Από την αρχή της δεκαετίας του 70 οι ασφαλιστικές εισφορές εργαζομένων αλλά και εργοδοτών διπλασιάστηκαν κατά μέσο όρο με συνεπεία την αύξηση των εργοδοτικών εισφορών, που αυτό συνεπάγεται αύξηση του κόστους εργασίας αύξηση ανεργίας αριθμητική μείωση των εισφορών των εργαζομένων, αύξηση της κόστους συμμετοχής.

Αυτό το τελευταίο θα ήταν εν μέρει αποδεκτό αν διαχρονικά υπήρχε αύξηση της ποιότητας της παρεχομένης περίθαλψης.

Αλλά δυστυχώς οι διάφοροι δείκτες του προσδόκιμου ανώτατου ορίου ζωής, της παιδικής θνησιμότητας, του καρκίνου του στήθους κατατάσσουν την Γερμανία σε μια μεσαία κατηγορία μεταξύ των αναπτυγμένων βιομηχανικών χωρών.

Αναλυτικά στη χωρά υπάρχουν 117.000 ιδιώτες γιατροί με παραγωγή το 2005 21.6 δις €.

55.833 ιδιώτες οδοντίατροι με παραγωγή 7.5 δις €.

2.200 νοσοκομεία και κλινικές στις οποίες τα ταμεία κατέβαλαν το 2005 49 δις €.

21.476 φαρμακεία στα οποία τα ταμεία κατέβαλαν 23,6 δις €.

Φαρμακοβιομηχανία με ετήσια εγχώρια κατανάλωση 23,7 δις €.

Ενώ αντίθετα,

Ασφαλισμένοι 78.7 εκατομμύρια

Εισφορές δημόσια ταμεία 145.5 δις €.

Ιδιωτικά ταμεία 19.6 δις €

Οι Γερμανοί στατιστικά είναι πρωταθλητές στην κατανάλωση φαρμάκων παρόλα αυτά άμεσος δείκτης υγείας δεν απέχει πολύ από το μέσο δείκτη της ΕΕ.

Η εμπιστοσύνη των πολιτών στο σύστημα υγείας βρίσκεται στο ναδιρ και οι ασφαλισμένοι κατηγορούν το σύστημα για υπηρεσίες δυο ταχυτήτων, οι γιατροί απεργούν λόγω της μείωσης των αποδοχών τους και της αυξανομένης γραφειοκρατίας του συστήματος, και οι μάνατζερ των ασφαλιστικών ταμείων προειδοποιούν για μεγαλύτερες τρύπες στους προϋπολογισμούς τους.

Και αν και από τους οικονομολόγους η λογική του ανταγωνισμού και της απόδοσης σε ένα παραγωγικό σύστημα είναι θέσφατο, στον τομεα Υγεία αυτοί οι νόμοι έχουν τεθεί εκτός λειτουργίας.

Στο ισχύον σύστημα των εγγυημένων πελατών λόγω ασφαλιστικού συστήματος δεν υπάρχουν για το προϊόν ούτε τιμές αγοράς ούτε ευελιξία.

Η απόδοση μέσα στο σύστημα δεν αμείβεται αντίθετα πολλές φορές τιμωρείται.

Αντί για προσωπική υπευθυνότητα όλων των εμπλεκομένων (παραγωγών και χρηστών) επικρατεί η αντίληψη της πλήρους ασφαλιστικής αυτοκινητιστικής κάλυψης.

Έτσι επιτρέπονται οι απάτες όσον αφορά πχ την συνταγογραφία τον αριθμό των εξετάσεων και το είδος των επεμβάσεων.

Μόνο και Μόνο ότι στο σύστημα υγείας η λέξη χρήμα πρακτικά δεν αναφέρεται πουθενά, είναι ύποπτο όσον αφορά τις προθέσεις των υπηρετών του συστήματος

Οι εκπρόσωποι των ασφαλιστικών ταμείων μιλούν για πακέτα υπηρεσιών, για συνδυασμένες αποδόσεις, οι δε γιατροί για αξιολόγηση με βάση το point System, ενιαίες κλίμακες αξιολόγησης κλπ.κλπ.

Για όλους όμως στο τέλος της τριμηνίας όπως είναι προσδιορισμένο από τον νόμο πρέπει όλα αυτά να μεταφραστούν σε χρηματικές αμοιβές.

Ο άνθρωπος ήδη από την εποχή του διαφωτισμού κέντρο του κοινωνικού και πολιτικού γίγνεσθαι, δεν λαμβάνεται υπ’οψιν στο σύστημα.

Καλά-Καλά πολλές φορές δεν πληροφορείται ποσό κόστισε στο ταμείο του η όποια θεραπεία του.

Οι μάνατζερ των ταμείων δεν μιλούν πια για ασθενείς αλλά για περιστατικά, που πρέπει να διοχετευθούν κάπου, οι δε πολιτικοί τους αξιολογούν σαν άτομα υπό κηδεμονία που χρειάζονται μια κρατική παροχή υπηρεσιών στην Υγεία.

Το αποτέλεσμα είναι μια αδιαφορία και από μεριάς των πολιτών για την οικονομική αξιολόγηση των υπηρεσιών που του παρέχονται.

Κανείς ασφαλισμένος π.χ δεν θεωρείται υπεύθυνος στα πλαίσια της κοινωνικής ευθύνης και της συλλογικότητας για το είδος ζώνης που διάγει.

Παραδείγματος χάριν μολύνεται ένα piercing; Κανένα πρόβλημα, το ταμείο πληρώνει πλήρως την θεραπεία.

Το ίδιο ένα σπάσιμο ποδιού σε κατάβαση σκι, την επέμβαση σε μεσοσπονδύλιο δίσκο από Bungee jumping την θεραπεία ενός καρκινοπαθή στον πνεύμονα ο οποίος είναι μανιώδης καπνιστής.

Υποχόνδριοι ασθενείς τρέχουν από ιατρείο σε ιατρείο μέχρις να βρουν το γιατρό να τους απαλύνει τον υποθετικό πόνο τους

Συνολικά επικρατεί συλλογική ανευθυνότητα.

Και όμως προτάσεις υπάρχουν.

Ακόμα και η συνοδός των Γερμανών επισκόπων που τόσο ενεργά αναμειγνύεται σε θέματα κοινωνικής πολιτικής διαπίστωσε ότι η αγορά και ο ανταγωνισμός δεν μπορούν και δεν πρέπει να αντικαταστήσουν την κοινωνική αλληλεγγύη αλλά ανήκουν σε κείνα τα εργαλεία που ενισχύουν την προσωπική υπευθυνότητα μέσα αυτή.

Οι προτάσεις αυτές από τους οικονομολόγους εξειδικευμένους σε προγράμματα υγείας περιλαμβάνουν σε γενικές γραμμές

1.Οι ασθενείς να επιβαρύνονται με αμοιβές επισκέψεων και να συμμετέχουν ποσοστιαία περισσότερο από σήμερα στην θεραπευτική αγωγή τους.

2.Ατυχηματα σε επικίνδυνα σπορά να καλύπτονται από ιδιωτικές ασφαλίσεις.

3.Υγηλοτερη συμμετοχή σε αυτούς που αποδεδειγμένα είτε λόγω επικίνδυνων χόμπι είτε λόγω αισθητικών επεμβάσεων αυξανουν το κίνδυνο βλάβης της υγείας τους.

4.Επιπλεον φορολόγηση στα αλκοολούχα ποτά και στα τσιγάρα και οι επιπλέον φόροι να χρηματοδοτήσουν στις αλλαγές στο σύστημα.

Παρόλα αυτά μέχρι σήμερα όλες οι προσπάθειες για αναμόρφωση του συστήματος κατέρρευσαν

Κι αυτό γιατί όλοι οι κυβερνώντες μέχρι τώρα φοβούνται να εισάγουν έστω σε συγκεκριμένους τομείς μηχανισμούς αγοράς φοβούμενοι υπερβολικά ότι το αγαθό της Υγείας θα γίνει έρμαιο των νόμων της. Έτσι προτιμούν τον μέχρι τελευταίας λεπτομέρειας(πράγμα αδύνατο) το ρυθμιστικό ρολό του κράτους και των ταμείων.

Άλλοι πολιτικοί κατέρρευσαν κάτω από την πίεση των λόμπυ στο σύστημα Υγείας.

Η λίστα των αποτυχημένων καλών Ιδεών είναι μεγάλη μιας και τα λόμπυ των Ασφαλιστικών ταμείων των φαρμακοποιών και των φαρμακοβιομηχανιών έκαναν και κάνουν τα πάντα να διατηρήσουν τα προνομία τους μέσα στο σύστημα.
Και όμως προτάσεις για περισσότερο ανταγωνισμό μέσα στο σύστημα είναι εδώ και χρόνια γνωστές.

1. Πρέπει να διαλυθεί το μονοπώλιο και ολιγοπώλιο των ενώσεων γιατρών των Ασφαλιστικών ταμείων.

2. Αυτά θα πρέπει να συνάπτουν μεμονωμένα συμβόλαια και συμφωνίες με συγκεκριμένους ομάδες ιατρικών ειδικοτήτων προς όφελος των ασφαλισμένων τους.

3. Οι γιατροί πρέπει για συγκεκριμένες ασθένειες να πληρώνονται με συγκεκριμένα ποσά, και Πρέπει να δίνουν στους ασθενείς τους αναλυτικό λογαριασμό.

4. Τα ασφαλιστικά ταμεία πρέπει να διαπραγματεύονται απευθείας με τις φαρμακοβιομηχανίες τις ποσότητες και τις τιμές συγκεκριμένων σκευασμάτων.

5. Οι φαρμακοποιοί να επιτρέπεται να ιδρύουν αλυσίδες φαρμακείων.

Περισσότερα!

Ο Ρόλος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην Πρόληψη

Μιχάλης Γαβράς, Ορθοπαιδικός Χειρουργός

Η έννοια της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, η οποία περιλαμβάνει την πρόληψη, καθορίστηκε το 1978 με τη διακήρυξη της Άλμα-Άτα.
Επίσης, είναι πλέον αποδεκτό από όλους ότι «Οι μεγαλύτεροι εχθροί για την υγεία δεν είναι τα μικρόβια, οι ιοί και ο καρκίνος αλλά η φτώχεια, η άγνοια και η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο» (Δημ. Τριχόπουλος, 1982).
Σκοπός κάθε συστήματος υγείας είναι η διασφάλιση και η βελτίωση του επιπέδου υγείας του πληθυσμού μέσω της πρόληψης, της περίθαλψης και της θεραπείας, ενώ τα ΕΣΥ δημιουργήθηκαν για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες υγείας των πολιτών και όχι μόνο των ασθενών, μέσω των Κέντρων Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας.



Σύμφωνα όμως με τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), ο κύριος όγκος των δαπανών αφορά τη νοσοκομειακή περίθαλψη και όχι την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας και την πρόληψη. Το 1977 η νοσοκομειακή περίθαλψη απορροφούσε το 51,2% των δημόσιων δαπανών, η πρωτοβάθμια περίθαλψη το 17,6%, το 1991 τα νούμερα αυτά διαμορφώθηκαν σε 63,5% και 14,2% αντίστοιχα.

Υπάρχει λοιπόν επιτακτική ανάγκη για αποκατάσταση της ισορροπίας μεταξύ προληπτικής και θεραπευτικής ιατρικής με αντίστοιχη αποκατάσταση της χρηματοδότησης.

Η Πρόληψη εκφράζει τις προσπάθειες των λειτουργών υγείας να προλάβουν την εκδήλωση νόσων και ασθενειών και τις συνέπειές τους για το άτομο, την κοινωνία και το περιβάλλον μέσω προγραμμάτων προαγωγής της υγείας, δηλαδή με την αγωγή υγείας, την βελτίωση του τρόπου διαβίωσης και την πρόληψη.

Η Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι ο καταλληλότερος φορέας να υλοποιήσει προγράμματα πρόληψης. Συγκεκριμένες παθήσεις που πλήττουν μεγάλο μέρος του πληθυσμού και προκαλούν μεγάλο κόστος σωματικό, οικονομικό και ψυχικό, όπως ο νεανικός διαβήτης, ο διαβήτης των υπερηλίκων, ο καρκίνος του προστάτη, ο καρκίνος του μαστού και του τραχήλου της μήτρας, το μεταβολικό σύνδρομο (δυσλιπιδαιμία, παχυσαρκία, διαταραχή γλυκόζης), η οστεοπόρωση και η υπέρταση, αποτελούν για μας παθήσεις-στόχους για την εφαρμογή προγραμμάτων πρόληψης.

Οι παραπάνω δράσεις πλαισιωμένες από δράσεις αγωγής υγείας, συμβάλλουν αποφασιστικά στην μείωση του κινδύνου εμφάνισης ή επιδείνωσης νόσου στους δημότες, που αποτελούν τον ορισμό αλλά και τον στόχο της πρόληψης.

Γίνεται φανερό πως κανένα κρατικό μόρφωμα, καμιά δημοσιουπαλληλικού τύπου κρατική υπηρεσία, κανένας άλλος φορέας, εκτός από την Τοπική Αυτοδιοίκηση δεν είναι τόσο κοντά στον πολίτη που να μπορεί να εφαρμόσει με αξιοπιστία και φιλικότητα, τέτοιες πολιτικές, αναδεικνύοντας έτσι την μοναδικότητά της σε αυτόν τον ρόλο.

Ιατρεία και πολυϊατρεία μπορούν να λειτουργήσουν πολλοί, ασφαλιστικοί, κρατικοί φορείς και ιδιώτες. Προληπτική αγωγή υγείας κανείς άλλος από την Τοπική Αυτοδιοίκηση.

Αντιστρέφοντας θα μπορούσαμε να πούμε πως : Η πρόληψη, αποτελεί τον κυριότερο λόγο ύπαρξης υπηρεσιών υγείας από την Τοπική Αυτοδιοίκηση.

Περισσότερα!

Ο Διαχωρισμός Παραγωγού/Αγοραστή στις Υπηρεσίες Υγείας

Μιχάλης Κούτρας, Νευρολόγος

Οι υπηρεσίες υγείας όπως και κάθε άλλο προϊόν, παράγονται, αγοράζονται και καταναλώνονται. Η κατανάλωση γίνεται αποκλειστικά από τους πολίτες. Η αγορά γίνεται είτε από τον πολίτη όταν πληρώνει από την τσέπη του τον ιδιώτη ιατρό, είτε από τους ασφαλιστικούς οργανισμούς που αγοράζουν για λογαριασμό του πολίτη υπηρεσίες υγείας τόσο από τον δημόσιο όσο και από τον ιδιωτικό τομέα, και ο πολίτης τις καταναλώνει χρησιμοποιώντας το βιβλιάριο υγείας του. Τέλος, η παραγωγή στη χώρα μας γίνεται από τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα αλλά και τους ασφαλιστικούς οργανισμούς.

Δημιουργείται έτσι μια ανορθόδοξη κατάσταση όπου ο ασφαλιστικός οργανισμός παράγει ο ίδιος υπηρεσίες τις οποίες ‘πουλά’ στον πολίτη ο οποίος δεν έχει άλλη επιλογή παρά να τις ‘αγοράσει’, εκτός αν βάλει το χέρι στην τσέπη. Αντί ο οργανισμός να λειτουργεί με γνώμονα το συμφέρον των πολιτών και να αγοράζει γι αυτούς τις καλύτερες δυνατές υπηρεσίες από ανεξάρτητους με αυτόν παραγωγούς, τους οποίους θα πιέζει και θα ελέγχει για τη συνεχή βελτίωση των προϊόντων τους, παράγει ο ίδιος υπηρεσίες τις οποίες προωθεί μονοπωλιακά, με μόνο κίνητρο για τη βελτίωσή τους, τον … πατριωτισμό! Το πρόβλημα αυτό της ταύτισης παραγωγού και αγοραστή υπηρεσιών δεν είναι ελληνικό.



Ξεκινώντας από διαφορετικές αφετηρίες και λογικές, η Σουηδία κατ’ απαίτηση των περιφερειακών διοικήσεων με στόχο την αύξηση της διαφάνειας και της δημοκρατικότητας του συστήματος υγείας, και η Μ. Βρετανία με κίνητρο την ιδεολογική θέση (της M. Thatcher), για εισαγωγή κανόνων αγοράς στο σύστημα υγείας (internal market), προχώρησαν στις αρχές της δεκαετίας του ΄90 στη θεσμοθέτηση της διάκρισης μεταξύ παραγωγού και αγοραστή υπηρεσιών υγείας (purchaser-provider split). Η ιδέα γνώρισε γρήγορα παγκόσμια αναγνώριση και αποδοχή και εφαρμόστηκε σε ευρεία κλίμακα, από την μετακομμουνιστική Ουγγαρία και τη Φινλανδία μέχρι τη Νέα Ζηλανδία.

Μετά από 15 χρόνια παγκόσμιας εμπειρίας μπορούμε πλέον να συνάγουμε με σχετική ασφάλεια τα συμπεράσματά μας: αν και δεν στάθηκε πάντα στο ύψος της ρητορικής με την οποία δικαιολογήθηκε και δεν μπορεί να θεωρηθεί πανάκεια, εντούτοις βελτίωσε την αποτελεσματικότητα του συστήματος (13% στη Σουηδία, Socialstyrelsen, Sweden’s Healthcare Report, 2001) και κυρίως βοήθησε να στραφεί ο σχεδιασμός των συστημάτων υγείας από συγκεντρωτικές ιεραρχικές δομές που παράγουν υπηρεσίες βάσει ενός προαποφασισμένου προϋπολογισμού και αποζημιώνουν τυφλά (άμα τη αποδείξει) οδηγούμενες πάντοτε σε ελλείμματα, σε αποκεντρωμένα μοντέλα όπου άλλος έχει την ευθύνη της παραγωγής και άλλος της αγοράς υπηρεσιών, και που λειτουργούν με βάση στρατηγικές αποφάσεις σχετικά με το ποιες υπηρεσίες θα αγοραστούν, πώς και από ποιόν (World Health Report, WHO, 2000).

Τα πλεονεκτήματα αυτής της προσέγγισης συνοψίζονται ως εξής:

α) ο διαχωρισμός των λειτουργιών παραγωγής και αγοράς μπορεί να μειώσει τις διαχειριστικές δυσκαμψίες του σημερινού συγκεντρωτικού συστήματος,
β) η κατάτμηση και αποκέντρωση των παραγωγών μπορεί να οδηγήσει στην αποτελεσματικότερη ανταπόκριση του συστήματος στις υγειονομικές προκλήσεις ανά περιοχή,
γ) οι αγοραστές μπορούν να κινητροποιήσουν τους παραγωγούς να ανταποκριθούν σε εξειδικευμένες απαιτήσεις χρησιμοποιώντας οικονομικά δέλεαρ ή προσφέροντας εργαλεία παρακολούθησης και μέτρησης της ποιότητας,
δ) η σχέση μεταξύ καταναλωτών και αγοραστών (δηλ. πολιτών και ασφαλιστικών οργανισμών) μπορεί να ενισχυθεί αφού οι δεύτεροι θα λειτουργούν πραγματικά ως εκπρόσωποι των συμφερόντων των πρώτων και
ε) ο ανταγωνισμός μεταξύ των παραγωγών, δημόσιων και ιδιωτικών μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της επάρκειας και αποτελεσματικότητας του συστήματος.

Τα κυριότερα προβλήματα σ’ αυτήν την προσέγγιση είναι:
α) ο περιορισμένος αριθμός των παραγωγών που δεν ευνοεί τον ανταγωνισμό,
β) η μη αφοσίωση των παραγωγών στις απαιτήσεις των αγοραστών και
γ) η όχι σωστή εκπροσώπηση των συμφερόντων των πολιτών από τους αγοραστές.

Άρα οι στόχοι πρέπει να έχουν ως εξής:
α) να διευκολύνουμε τη δημιουργία πολλών παραγωγών προκειμένου να εξασφαλίσουμε μέγιστη ευελιξία και αληθή ανταγωνισμό,
β) να εξασφαλίσουμε ότι οι συμβάσεις μεταξύ παραγωγών και αγοραστών δεν θα είναι προκατασκευασμένες και ξύλινες, αλλά προϊόντα μόνιμης, διαρκούς και ουσιαστικής διαβούλευσης και
γ) να προωθήσουμε την ενδυνάμωση των πολιτών και ταυτόχρονα να ενισχύσουμε την αναδιοργάνωση των δομών των αγοραστών έτσι ώστε η φωνή του πολίτη να αποκτήσει αξία

(Ο Alfred Hirschman στο κλασικό του σύγγραμμα ‘Exit, Voice and Loyalty: Responses to Decline in Firms, Organizations and States’, 1970, αναλύει το πώς ένα άτομο απογοητευμένο από την απόδοση ενός οργανισμού με τον οποίο βρίσκεται σε αλληλεπίδραση, έχει την επιλογή είτε να διακόψει τη σχέση του με τον οργανισμό (exit) είτε να επιχειρήσει να βελτιώσει την απόδοση του οργανισμού εκφράζοντας τα παράπονά του (voice). Δεδομένου πως ο έλληνας πολίτης δεν έχει την πολυτέλεια να αλλάξει τον ασφαλιστικό του οργανισμό –ποτέ δεν κατάλαβα γιατί-, η πρώτη επιλογή απλά δεν υφίσταται. Αν σκεφθούμε πως σήμερα δεν υφίσταται ούτε η δεύτερη, φανταζόμαστε την αδυναμία εγκαθίδρυσης αισθήματος εμπιστοσύνης και πίστης προς τον οργανισμό (loyalty) και γενικότερα το αδιέξοδο των πολιτών, που ένα πολιτικό κίνημα οφείλει να αντιμετωπίσει).

Στα πλαίσια της διάκρισης παραγωγού-αγοραστή, οφείλει να καθοριστεί τι συμπεριλαμβάνει η παραγωγή υπηρεσιών υγείας, ποιος μπορεί να είναι παραγωγός αυτών των υπηρεσιών, τι μπορεί να συμπεριλαμβάνει η αγορά υπηρεσιών υγείας και με ποιο τρόπο θα πραγματώνεται αυτή η αγορά (contracting). Αυτό το τελευταίο φαίνεται πως είναι και το κρισιμότερο σημείο για επιτυχία. Εδώ είναι σημαντικός και ο ρόλος του κράτους, που μπορεί να κρατά μια θέση επόπτη-επιμελητή-βοηθού (steward).

Κατά τη γνώμη μου, είναι αδιανόητη οποιαδήποτε μεταρρυθμιστική προσπάθεια στο ΕΣΥ, χωρίς την εξασφάλιση αυτού του διαχωρισμού. Δεν μπορώ βέβαια παρά να θυμηθώ με πικρία το πώς απέτυχε η αντίστοιχη προσπάθεια του Αλέκου Παπαδόπουλου. Κατανοώ πως πολιτικά μπορεί να απαιτούνται τακτικοί ελιγμοί και χειρισμοί. Αρκεί αυτοί να εντάσσονται σε ένα ειλικρινές και σαφές roadmap μέχρι την επίτευξη του στόχου. Διαφορετικά, οποιοσδήποτε θα μπορεί να ισχυριστεί πως οι χειρισμοί αυτοί συνιστούν απλά προφάσεις εν αμαρτίαις.

Δημοσιεύτηκε αρχικά στο diablog (15/02/2007)

Περισσότερα!

Σάββατο 5 Μαΐου 2007

Προτάσεις Φαρμακευτικής Πολιτικής

Δρ. Νίκος Λάκκας, Πρόεδρος Π.Ε.Φ.Ν.Ι.

"ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ", Ημερίδα 5 Μαΐου 2007

Το σύστημα υγείας της χώρας μας εδώ και αρκετά χρόνια βρίσκεται σε κρίση. Η πρόσβαση των πολιτών στις υπηρεσίες υγείας δεν είναι ισότιμη και οι προσφερόμενες υπηρεσίες υγείας συνδέονται άμεσα με την ατομική οικονομική δυνατότητα του πολίτη, για να αγοράσει στην ουσία, αυτές τις υπηρεσίες. Η αποτελεσματικότητα και η ποιότητα των υπηρεσιών αυτών δεν αξιολογείται και η ικανοποίηση των πολιτών από το σύστημα υγείας βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα. Η κρατική απουσία, η εμπορευματοποίηση, η διαφθορά, η παραοικονομία, η πελατειακή λογική, τα οργανωμένα μικρά και μεγάλα συμφέροντα, η αδιαφορία, η υποτίμηση και η ταλαιπωρία του πολίτη, είναι οι πρώτες προσλαμβάνουσες της μεγάλης πλειοψηφίας των ασθενών κατά την επαφή τους με το σύστημα υγείας.



Αν και το σύστημα υγείας της χώρας μας κατατάσσεται στα ανεπτυγμένα συστήματα υγείας με δαπάνες γύρω στο 10% του ΑΕΠ, είναι ταυτόχρονα και το πιο ιδιωτικοποιημένο. Οι ιδιωτικές δαπάνες ξεπερνούν το 50% (και συνεχίζουν να αυξάνονται) γεγονός που αποδεικνύει την διεύρυνση των ανισοτήτων στην υγεία (πρόσβαση και ποιότητα υπηρεσιών) σε βάρος των φτωχότερων στρωμάτων του πληθυσμού. Η ανατροπή αυτής της πραγματικότητας είναι καθήκον κάθε προοδευτικού – Σοσιαλιστικού κόμματος, το πρόγραμμα και οι δεσμεύσεις του οποίου θα πρέπει να περιέχουν μετρήσιμους στόχους και συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα.

Η συνολική φαρμακευτική δαπάνη στη χώρα μας για το έτος 2006 ήταν 6,168 δις € από τα οποία το 1,1 δις € αφορούσε την Νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη. Στην χώρα μας οι δαπάνες για φαρμακευτική περίθαλψη αυξάνονται με υψηλό ρυθμό κάθε έτος. Το 2000 αυξήθηκαν κατά 21,2%, το 2001 κατά 21,9%, το 2002 κατά 20,0% το 2003 κατά 15,1%, το 2004 κατά 15,5%, το 2005 14,2% και το έτος 2006 κατά 11,4%. Με ανάλογους ρυθμούς κινείται και η αύξηση της Νοσοκομειακής Φαρμακευτικής δαπάνης.

Η κατάργηση της λίστας, της θεώρησης των συνταγών, ο ανεξέλεγκτος και κατευθυνόμενος τρόπος συνταγογράφησης αλλά και ο νέος τρόπος τιμολόγησης των φαρμάκων, εκτιμάται ότι θα συντηρούν τους υψηλούς ρυθμούς αύξησης της φαρμακευτικής δαπάνης. Οι οικονομικές επιπτώσεις στα ασφαλιστικά ταμεία θα είναι εξαιρετικά δυσμενείς στο άμεσο μέλλον και οι ασφαλισμένοι θα υποχρεωθούν είτε να καταβάλουν αυξημένες εισφορές, είτε να αυξηθεί η συμμετοχή τους στην αγορά φαρμάκων, είτε αρκετές κατηγορίες φαρμάκων να μην αποζημιώνονται από τα ασφαλιστικά ταμεία, όπως συμβαίνει π.χ. σήμερα με το Depon (πωλήσεις 2006, 24 εκ. κουτιά), Ponstan κλπ.

(Υπάρχουν λεπτομερή στοιχεία για την μεταβολή της φαρμακευτικής δαπάνης τα τελευταία χρόνια).

1. Η εφαρμογή ενιαίου καθολικού μηχανογραφικού συστήματος η οποία θα επεκτείνεται σε όλους τους χώρους όπου υπάρχει παραγωγή – διακίνηση – συνταγογράφηση - κατανάλωση φαρμάκου, είναι το πρώτο βασικό μέτρο εκλογίκευσης της φαρμακευτικής δαπάνης. Το κόστος της εγκατάστασης του συστήματος θα καλυφθεί με αυτοχρηματοδότηση και με ανάθεση με τις νόμιμες διαδικασίες σε φορέα ο οποίος θα λαμβάνει ένα ειδικό τέλος από αύξηση της τιμής των φαρμάκων, πχ το 0,2% της ετήσιας φαρμακευτικής δαπάνης για ορισμένο χρονικό διάστημα ( 10 έτη). Δηλ. περίπου 10 - 12 εκ. € ετησίως. Έτσι με μία αύξηση της τιμής 0,2% εξασφαλίζεται η χρηματοδότηση της εγκατάστασης ενός ενιαίου και καθολικού μηχανογραφικού συστήματος το οποίο από τον πρώτο χρόνο εφαρμογής θα επιφέρει μείωση της δαπάνης τουλάχιστον 10% (600 εκ. €) και τη σταθεροποίηση της δαπάνης για τα επόμενα χρόνια.

2. Εφαρμογή προγραμμάτων ενημέρωσης με διάφορα μέσα (διαφημιστικά σποτ, φυλλάδια, εκδηλώσεις, ομιλίες σε σχολεία κλπ) σε όλες τις πληθυσμιακές κατηγορίες, για την ορθή χρήση των φαρμάκων, ώστε να γίνει κατανοητό ότι τι συνέπειες έχει η υπερκατανάλωση φαρμάκων και στο σύστημα υγείας αλλά και στους ίδιους τους ασθενείς. Στόχος δεν είναι το μικρότερο κόστος αλλά η βελτίωση της σχέσης κόστους – οφέλους.

3. Κατάρτισή και εφαρμογή άμεσα ενός νέου κώδικα δεοντολογίας για όλους τους εμπλεκόμενους με την παραγωγή, εμπορία, προώθηση και συνταγογράφηση φαρμάκου και η θέσπιση αυστηρών νομικών διατάξεων και η εφαρμογή τους σε κάθε κατεύθυνση.

4. Εισαγωγή της διαπραγμάτευσης για τις τιμές των φαρμάκων. Ανεξάρτητα από τον καθορισμό της τιμής ενός φαρμάκου, το Δημόσιο, τα νοσοκομεία και τα ασφαλιστικά θα έχουν την δυνατότητα να διαπραγματεύονται την τιμή, προς τα κάτω, των φαρμάκων ώστε να ξεφύγει ο ανταγωνισμός από το επίπεδο των παροχών και της προώθησης, αλλά και να λειτουργήσουν οι παραπάνω φορείς με τα πλεονεκτήματα που τους παρέχει η θέση τους δηλ. των μεγάλων πελατών στην αγορά φαρμάκου.

5. Η κατάρτιση ακόμα πιο «σφιχτής» θετικής ενιαίας λίστας για όλα τα ασφαλιστικά ταμεία και το δημόσιο καθώς και ο ενιαίος τρόπος χορήγησης για όλους τους ασθενείς .

6. Μηχανογραφικός έλεγχος της συνταγογράφησης με παράλληλη διαρκή εκπαίδευση των ιατρών στη συνταγογραφία (τακτικά υποχρεωτικά σεμινάρια – προϋπόθεση άσκησης επαγγέλματος) και η καθιέρωση ανωτάτου ορίου δαπανών, με αυστηρό έλεγχο για την προώθηση των φαρμάκων.

7. Αποθάρρυνση των φαρμακευτικών εταιρειών για την απόσυρση παλαιών αποτελεσματικών και φθηνών φαρμάκων.(κίνητρα και αντικίνητρα ). Ενθάρρυνση για παρασκευή γενοσήμων φαρμάκων πιστοποιημένης βιοϊσοδυναμίας, με μικρότερη τιμή και για να λειτουργεί ο ανταγωνισμός αλλά και να αναπτυχθεί η εγχώρια φαρμακευτική βιομηχανία.

8. Για ιδιαίτερα ακριβά φάρμακα το κέρδος είναι κλιμακωτό με αντίστροφη κλίμακα (στη χονδρική και λιανική τιμή) και δεν θα ξεπερνά κάποιο ανώτατο χρηματικό όριο.

9. Καθιέρωση κινήτρων (χρηματοδοτικών, φορολογικών κλπ) για συνενώσεις φαρμακείων και διαδικασίες διαρκούς επιμόρφωσης των φαρμακοποιών, αντί της πολιτικής του «κλειστού επαγγέλματος».

10. Υποχρεωτική (κίνητρα) μηχανοργάνωση των φαρμακείων, ηλεκτρονική διασύνδεση με τα ασφαλιστικά ταμεία και με τέτοια πεδία καταγραφής ώστε να δημιουργηθεί μία ενιαία βάση δεδομένων η οποία θα παρέχει στην πολιτεία τα στοιχεία εκείνα τα οποία είναι απαραίτητα για την εφαρμογή μια σύγχρονης πολιτικής φαρμάκου. Μόνο τα φαρμακεία με το ενιαίο μηχανογραφικό σύστημα θα έχουν σύμβαση με το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία ώστε να γίνεται αυτόματα και η εκκαθάριση των λογαριασμών φαρμάκων.

11. Υποχρεωτική (κίνητρα) μηχανοργάνωση των φαρμακείων, ηλεκτρονική διασύνδεση με τα ασφαλιστικά ταμεία και με τέτοια πεδία καταγραφής ώστε να δημιουργηθεί μία ενιαία βάση δεδομένων η οποία θα παρέχει στην πολιτεία τα στοιχεία εκείνα τα οποία είναι απαραίτητα για την εφαρμογή μια σύγχρονης πολιτικής φαρμάκου. Μόνο τα φαρμακεία με το ενιαίο μηχανογραφικό σύστημα θα έχουν σύμβαση με το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία ώστε να γίνεται αυτόματα και η εκκαθάριση των λογαριασμών φαρμάκων.

12. Εισαγωγή της ηλεκτρονικής κάρτας υγείας, τουλάχιστον στο τμήμα που αφορά τη συνταγογραφία για τους ασθενείς των ασφαλιστικών ταμείων.

13. Άμεση μηχανοργάνωση των Νοσοκομειακών φαρμακείων, με ενιαίο σύστημα (Pharma Taxis) στη λογική του μέτρου 1. και δημιουργία βάσης δεδομένων στη διάθεση του Υπουργείου Υγείας και του ΕΟΦ.

14. Καθιέρωση διαδικασιών διαπραγμάτευσης ή διαγωνισμού για την προμήθεια φαρμάκων σε τιμές μικρότερες από τη νοσοκομειακή τιμή.

15. Υποχρεωτική καθιέρωση της νοσοκομειακής συσκευασίας – μέσης ημερήσιας δόσης, απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορεί ένα φάρμακο να χρησιμοποιηθεί στο νοσοκομείο, με πλήρη σήμανση κατά μέση ημερήσια δόση.

16. Εφαρμογή καθορισμένων θεραπευτικών πρωτοκόλλων για συγκεκριμένες κατηγορίες παθήσεων σε νοσοκομειακούς ασθενείς, τα οποία θα προκύψουν έπειτα από την συνεργασία των θεσμοθετημένων επιστημονικών οργάνων και φορέων.

17. Αναδιοργάνωση της Νοσοκομειακής Φαρμακευτικής με την δημιουργία ειδικών τμημάτων παροχής σύγχρονων φαρμακευτικών υπηρεσιών ( Κεντρικές Μονάδες Διάλυσης Κυτταροστατικών Φαρμάκων – ΚΜΔΚΦ, Φαρμακείο εξωτερικών ασθενών, τμήμα κλινικής φαρμακευτικής, εργαστήριο παρασκευής διαλυμάτων σίτισης κλπ) και με την ανάπτυξη των ειδικοτήτων στη Νοσοκομειακή Φαρμακευτική (νοσοκομειακής, κλινικής, ογκολογίας κλπ).

Περισσότερα!

Παρασκευή 4 Μαΐου 2007

Η Φροντίδα Υγείας στο Νησιωτικό Χώρο

Αγγελική Μωραϊτάκη, Δρ. Κοινωνικής Οδοντιατρικής, Αν. Δ/ντης ΕΣΥ

ΟΙ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΕΠΙ ΠΑΣΟΚ ΚΑΙ Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥΣ

Το ζήτημα της φροντίδας υγείας και της παροχής υπηρεσιών υγείας στα νησιά συνδέεται σε πολύ μεγάλο βαθμό με την γεωγραφική τους ιδιαιτερότητα. Τα νησιά αναγνωρίζονται διεθνώς ως ειδικές γεωγραφικές περιοχές με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που επηρεάζουν την οικονομική και κοινωνική τους ανάπτυξη.
Στο πλαίσιο της περιφερειακής χωροταξικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και προκειμένου οι νησιωτικές περιφέρειες να εμπλακούν στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια αγορά με όρους αντίστοιχους των ηπειρωτικών περιοχών, προωθούνται πολιτικές που αμβλύνουν τα διαρθρωτικά προβλήματα των νησιών, περιορίζουν τις συνθήκες απομόνωσης, ενισχύουν το ρόλο του δημόσιου τομέα σε πολιτικές για κοινωνικά αγαθά όπως η υγεία, η παιδεία και οι μεταφορές, αίρουν κοινωνικές ανισότητες, και προάγουν τη βιώσιμη ανάπτυξη των νησιών και την ισόρροπη ανάπτυξη των νησιωτικών περιφερειών.


Οι πολιτικές υγείας στα νησιά κατοχυρώνουν τα δικαιώματα των νησιωτών στην υγεία και υποστηρίζουν την τοπική και περιφερειακή ανάπτυξη. Για αυτό και πρέπει να εντάσσονται σε ένα σύστημα που λειτουργεί περιφερειακά δομημένο με διαδικασίες και μηχανισμούς αποκέντρωσης. Στο ελληνικό σύνταγμα άρθρο 101, παρ 3, προβλέπεται ότι σε κάθε νομοθετική ρύθμιση θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαίτερες συνθήκες των νησιωτικών περιοχών.

Η περιφερειακή οργάνωση που αποτελεί έτσι και αλλιώς προτεραιότητα για την διοικητική οργάνωση ενός σύγχρονου Ευρωπαϊκού κράτους, είναι το καταλληλότερο μέσον για την άσκηση πολιτικών υγείας στα νησιά διότι:

* Παρέχει δυνατότητες να οργανωθούν και να λειτουργήσουν υπηρεσίες υγείας ανάλογα με την γενικότερη ανάπτυξη των νησιών, τις γεωγραφικές ιδιαιτερότητες , τον πληθυσμό και τις αυξομειώσεις του στο έτος.
* Υποστηρίζει τα χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει η παροχή υπηρεσιών υγείας στις νησιωτικές περιοχές και επιτρέπει να εξασφαλίζεται η παροχή ενός βασικού επιπέδου υπηρεσιών υγείας προς τους πολίτες με όρους ισότιμης πρόσβασης και ποιότητας.
* Αίρει ενδοπεριφερειακές ανισότητες και παρέχει τις προϋποθέσεις να αναπτυχθούν υπηρεσίες υγείας που θα αξιοποιούν την αρχή της συμπληρωματικότητας και θα έχουν καλύτερες δυνατότητες διοίκησης, διαχείρισης, στελέχωσης και εύλογο κόστος.
* Παρέχει ευκαιρίες για την ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου συστήματος ΠΦΥ που θα βασίζεται σε δημόσιες δομές, δεδομένης της περιορισμένης ανάπτυξης του ιδιωτικού τομέα σε πολλά νησιά.
* Υποστηρίζει την εφαρμογή καινοτόμων και σύγχρονων λύσεων που αξιοποιούν τις σύγχρονες τεχνολογίες της πληροφορικής και των επικοινωνιών.
* Επιτρέπει την ποιοτικά κατάλληλη επιχειρησιακή λειτουργία αποδοτικού κέντρου άμεσης βοήθειας που θα έχει αυξημένη ικανότητα να επιχειρεί, ιδιαίτερα σε καταστάσεις όπου επιτείνεται ο νησιωτικός αποκλεισμός.
* Επιτρέπει τη διασύνδεση της υγείας με τους λοιπούς διοικητικούς μηχανισμούς ώστε να εξυπηρετείται όσο το δυνατό μεγαλύτερο μέρος των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τον πολίτη. Στις ειδικές νησιωτικές συνθήκες καθίσταται δεσπόζουσα η θέση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης για το χειρισμό όσο το δυνατό περισσότερων θεμάτων της δημόσιας διοίκησης, συμπεριλαμβανομένων και αυτών της υγείας.

Με τη νομοθετική παρέμβαση του νόμου 2889 του 2001 για την περιφερειακή οργάνωση του Εθνικού Συστήματος Υγείας δόθηκαν για πρώτη φορά στη χώρα μας δυνατότητες για εξειδικευμένη ανάπτυξη υπηρεσιών υγείας στις νησιωτικές περιοχές. Η ίδρυση πέντε περιφερειακών συστημάτων υγείας ειδικά για τις νησιωτικές πολιτείες, Κρήτης, Βορείου Αιγαίου, Δωδεκανήσου, Κυκλάδων και Ιονίων νήσων, απετέλεσε το ξεκίνημα για την εφαρμογή μιας πολιτικής υγείας που θα μπορεί να ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες υγείας των νησιωτών. Θα πρέπει να θεωρήσουμε ως μεγάλη παροχή για τα νησιά το γεγονός ότι σε κάθε νησιωτική περιοχή δημιουργήθηκε ένα ξεχωριστό Νομικό Πρόσωπο με δικό του προϋπολογισμό, με δυνατότητα να διεκδικεί πόρους ισότιμα με τις άλλες περιοχές της χώρας, με υποχρέωση να συντάσσει επιχειρησιακό σχέδιο για την περιοχή αναφοράς του και να υποστηρίζει την παροχή υπηρεσιών υγείας ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες κάθε περιοχής, τις ανάγκες υγείας και τις προσδοκίες των κατοίκων, αλλά και τις ανάγκες κοινωνικής ολοκλήρωσης της χώρας και την υποστήριξη της ανάπτυξης κάθε νησιωτικής περιοχής.

Με τα Περιφερειακά Συστήματα Υγείας και Πρόνοιας εκτός των γενικών ωφελειών στο ΕΣΥ, δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για:

· Δομημένη λειτουργία των μονάδων υγείας στα νησιά ανάλογα με τις ανάγκες κάθε νησιού. · Ενίσχυση του συντονισμού και της λειτουργικής διασύνδεσης των νησιωτικών μονάδων υγείας ώστε να προάγεται η επικοινωνία , η συνεργασία των εργαζομένων, η συνέργια στις παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας και να μειώνεται το αίσθημα απομόνωσης των κατοίκων.

· Μείωση του λειτουργικού κόστους κυρίως μέσω του περιορισμού της σπατάλης.

· Αποτελεσματική απορρόφηση Κοινοτικών και Εθνικών πόρων και χρηματοδότηση έργων αναβάθμισης υποδομών και εξοπλισμού.

· Υλοποίηση έργων που βασίζονται στις σύγχρονες τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών και υποστηρίζουν υπηρεσίες ηλεκτρονικής υγείας ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες κάθε νησιωτικού συμπλέγματος.

· Ανάπτυξη κατάλληλου ανθρώπινου δυναμικού με τη βελτίωση της στελέχωσης μονάδων υγείας με νέες προσλήψεις και σύνταξη νέων οργανισμών και την υποστήριξη προγραμμάτων εκπαίδευσης.

· Υποστήριξη αξιόπιστου και ολοκληρωμένου μηχανισμού Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας ώστε να εξασφαλίζεται ολοκληρωμένη διασύνδεση της πρόληψης και της προαγωγής & αγωγής της υγείας και συνέχεια φροντίδας στη υγεία.

· Ενίσχυση δομών αλλά και εθελοντικών ομάδων που στηρίζουν δράσεις υγείας και κοινωνικής φροντίδας ώστε να ενεργοποιείται η συμμετοχή των πολιτών στις προωθούμενες πολιτικές.

Η Νέα Δημοκρατία, ως αξιωματική αντιπολίτευση, είχε καταγγείλει τα Περιφερειακά Συστήματα Υγείας και Πρόνοιας (ΠεΣΥΠ) ως αναποτελεσματικά, πολυδάπανα και γραφειοκρατικά Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ) που αποτελούν κέντρο διαπλοκής και υπηρετούν κομματικές σκοπιμότητες. Στο Κυβερνητικό της πρόγραμμα είχε δεσμευθεί ότι θα τα καταργήσει και θα τα μετατρέψει σε Περιφερειακές Διευθύνσεις ενταγμένες στο οργανωτικό σχήμα του γενικού γραμματέα της Περιφέρειας.

Ο προηγούμενος Υπουργός Υγείας κ. Ν. Κακλαμάνης αξιοποιώντας την ικανότητά του να μεταλλάσσει συνεχώς τις πολιτικές του επιλογές, να παρουσιάζει την αναποτελεσματικότητα ως έργο και το άσπρο ως μαύρο, με το νόμο 3329/2005 διατήρησε τα υπάρχοντα 17 ΠεΣΥΠ ως ανεξάρτητα και αυτόνομα ΝΠΔΔ, μετονομάζοντάς τα σε Διοικήσεις Υγειονομικής Περιφέρειας (ΔΥΠΕ) και τους προέδρους τους σε Διοικητές. Έστω και χωρίς να το παραδέχεται, αναγνώρισε την η ορθότητα της πολιτικής του νόμου 2889/2001 για τα ΠεΣΥΠ και τα πλεονεκτήματα που παρέχει η αποκέντρωση των υπηρεσιών υγείας με την ύπαρξη ενός ανεξάρτητου ΝΠΔΔ σε κάθε περιφέρεια.

Με τις παρεμβάσεις όμως που έκανε αύξησε το διοικητικό και διαχειριστικό κόστος και την γραφειοκρατία διότι:

* Διευρύνθηκε η στελέχωση των νέων συστημάτων.
* Επανιδρύθηκαν ως ΝΠΔΔ, πέραν των 17 ΔΥΠΕ, 150 περίπου Νοσοκομεία και 100 περίπου Ιδρύματα προνοιακού χαρακτήρα τα οποία απέκτησαν διοικητές, αναπληρωτές διοικητές και πολυμελή διοικητικά συμβούλια.
* Η θεσμοθέτηση της εποπτείας Νομικού Προσώπου από άλλο Νομικό Πρόσωπο επέτεινε τη γραφειοκρατία.
* Απομάκρυνε τις παλαιές διοικήσεις των Νοσοκομείων και διορίζοντας νέες, με δικά του παιδιά, δέσμευσε τον κρατικό προϋπολογισμό με υποχρεώσεις αποζημιώσεων προς τους απομακρυθέντες διοικητές.
* Το σύστημα αναγκάσθηκε να προβεί σε πρόσθετες και μη αποδοτικές δαπάνες. Μόνο η αλλαγή των πινακίδων των μονάδων υγείας είχε κόστος ενός εκατομμυρίου ευρώ περίπου.

Πάντως η πολιτική για την περιφερειακή οργάνωση του ΕΣΥ δικαιώθηκε και τα νησιά ευτυχώς διεσώθησαν σε ένα βαθμό. Έκτοτε καμία νομοθετική ρύθμιση δεν προωθήθηκε που να υπολογίζει τα ιδιαίτερα νησιωτικά προβλήματα. Οι διοικήσεις που ανέλαβαν τις ΔΥΠΕ ουδόλως ασχολήθηκαν με την επιχειρησιακή ανασυγκρότηση του Συστήματος Υγείας στα νησιά. Οι περισσότερες εκμεταλλεύθηκαν τα έργα που είχαν ξεκινήσει επί διοικήσεων ΠΑΣΟΚ για να οργανώνουν «τελετές εγκαινίων» στις οποίες οι Υπουργοί ή υφυπουργοί Υγείας δηλώνουν την πρόθεσή τους να αναλάβουν σημαντικές πρωτοβουλίες για τη στήριξη των νησιωτικών περιοχών.

Ο σημερινός Υπουργός Υγείας ερμηνεύοντας ως φαίνεται διαφορετικά από τον προηγούμενο, το Κυβερνητικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας, εξήγγειλε με την ανάληψη των καθηκόντων του την πλήρη κατάργηση της Περιφερειακής Διοίκησης του Συστήματος Υγείας. Δήλωσε ότι έτσι θα θεμελιώσει ένα σύγχρονο οργανωτικό πρότυπο που θα μειώσει τη γραφειοκρατία και θα εκσυγχρονίσει το Εθνικό Σύστημα Υγείας, θα μεταφέρει τα κέντρα αποφάσεων πλησιέστερα στον πολίτη, θα αντιμετωπίσει τη διαφθορά και τις δαπάνες που προκαλούν οι Περιφερειακές Διοικήσεις Υγείας. Με τις πρώτες ρυθμίσεις προώθησε την κατάργηση των τεσσάρων Νησιωτικών Διοικήσεων Υγείας και διατήρησε μόνο της Κρήτης.

Οι θέσεις και οι ενέργειες του κ. Αβραμόπουλου προκαλούν πραγματική κατάπληξη στον κάθε απλά σκεπτόμενο πολίτη διότι:

· Προβληματίζεται στο πως είναι δυνατόν να αποτελεί σύγχρονο οργανωτικό πρότυπο, η επαναφορά της υπερσυγκέντρωσης αρμοδιοτήτων στο Υπουργείο Υγείας και όχι η αποκέντρωση αρμοδιοτήτων και η επίλυση θεμάτων στην περιφέρεια.

· Αναρωτιέται εάν υπηρετεί τον εκσυγχρονισμό ο κ. Υπουργός Υγείας με τη συγκέντρωση που προτείνει ή ο κ. Υπουργός Εσωτερικών και Δημόσιας Διοίκησης αλλά και ο ίδιος ο κ. Πρωθυπουργός που διακηρύσσουν για τον ίδιο σκοπό την αποκέντρωση.

· Διερωτάται πως μειώνεται η γραφειοκρατία σε ένα σύστημα που για απλές διοικητικές διαδικασίες επανακαθιερώνει το καθεστώς της διακίνησης όλων των εγγράφων της περιφέρειας μέσω των υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας και των γραφείων της Πολιτικής Ηγεσίας.

· Διερωτάται πότε θα διορίζεται ταχύτερα ένας γιατρός. Από μια κεντρική υπηρεσία που διακινεί όλους τους γιατρούς της χώρας ή από μια υπηρεσία που ασχολείται μόνο με μια περιφέρεια;

· Τρελαίνεται όταν διαπιστώνει ότι είναι μικρότερη η απόσταση μεταξύ Μυκόνου και Αθήνας ή Πειραιά παρά μεταξύ Μυκόνου και Σύρου.

· Σκέπτεται μήπως θα έπρεπε να πει μπράβο στον κ. Υπουργό Υγείας που στοχεύει και αυτός στην πάταξη της διαφθοράς όπως και ο προκάτοχος του κ. Ν. Κακλαμάνης, ο οποίος για να την αντιμετωπίσει διατήρησε τα Περιφερειακά Συστήματα Υγείας και Πρόνοιας (ΠεΣΥΠ).

· Αναρωτιέται πως μπορεί να συνηγορήσει σε πολιτικές που προτείνονται ως περιοριστικές της σπατάλης όταν διαπιστώνει πως κάθε πρόταση της παρούσας Κυβέρνησης που περιορίζει το κόστος, αποτελεί τακτική για να καλυφθούν οικονομικές αδυναμίες και όχι να εξυπηρετηθούν παροχές.

Η επιλογή να καταργηθούν τα νησιωτικά Περιφερειακά Συστήματα Υγείας στερεί τους νησιώτες από την ισότιμη μεταχείριση στην υγεία και αποτελεί αρνητική παρέμβαση για τη βιώσιμη ανάπτυξη των νησιών. Στις Κυκλάδες, που είχα την τιμή να υπηρετήσω ως πρόεδρος στη φάση της δημιουργίας των ΠεΣΥΠ και που αποτελούν νησιωτικό νομό με τα πλέον ειδικά χαρακτηριστικά στο νησιωτικό χώρο, το πρόβλημα είναι τεράστιο.

Περισσότερα!

Παρασκευή 27 Απριλίου 2007

Καθένας

Τίτλος Βιβλίου: ΚΑΘΕΝΑΣ
Συγγραφέας: Φίλιπ Ροθ.

Οι αναγνώστες που έβρισκαν ελκυστικό στο Ροθ -και- το ότι οι ήρωές του εκινούντο και δρούσαν πάντα με πλαίσιο το κοινωνικό περιβάλλον στην πολιτική και ιστορική του διάσταση, θα διαπιστώσουν ίσως και έκπληκτοι, ότι σ’ αυτό το βιβλίο απλώς δεν υπάρχει, ούτε καν σαν φόντο. Μέχρι τώρα το σώμα όλων των αρένων πρωταγωνιστών του Ροθ, ήταν το δεδομένο σφριγηλό εργαλείο, μέσα απ’ το οποίο, ο καθένας, μέσα και μέσω της παρόρμησης, της επιθυμίας, του καθήκοντος, της υπευθυνότητας, της σύγκρουσης, της αντίφασης, πορευόταν προς τη ζωή.


Στον «Καθένα» τώρα, το μόνο ορατό μέλλον είναι τα γηρατειά και ο θάνατος. Το σώμα, μέσα στη γύμνια της φθαρτότητας του καταρρέει, αδύναμο να αποτελέσει παρηγοριά αλλά και πρόσχημα ελάχιστης βεβαιότητας, βασικά συστατικά της ελπίδας. Έτσι, οι λάθος επιλογές είναι οριστικά μη αναστρέψιμες. Η επεμβατική ιατρική, που κόβει και ράβει επιδιορθώνοντας συνεχώς, μοιάζει με το μάταιο αγώνα του να βουλώσει κανείς τις όλο και πιο πολλές τρύπες σε μια βάρκα καταδικασμένη να βουλιάξει. Ο θάνατος όσο αναβάλλεται, τόσο έρχεται πιο κοντά. Και ξαφνικά τίποτα δεν έχει σημασία. Ούτε η εποχή, ούτε η τρέχουσα πολιτική, ούτε το ιστορικό παρόν, ούτε ο κοινωνικός περίγυρος, ούτε το πολιτισμικό επίπεδο, ούτε το διαχρονικό της τέχνης.
Ο «Καθένας», είναι ολομόναχος. Η αγάπη, η ειλικρίνεια, η έκθεση, το μοίρασμα, η συγγένεια, οι αληθινές ουσιαστικές σχέσεις, η εσωτερική γαλήνη, θα ήταν το μόνο ασφαλές όχημα προς την άλλη όχθη. Αλλά ο «Καθένας» είναι απροετοίμαστος. Όφειλε, να είναι τουλάχιστον ενσυνείδητος. Γιατί μόνο η εσωτερική ζωή, είναι ικανή να δώσει περιεχόμενο στη φλούδα της εξωτερικής. Που αλλιώς μοιάζει να είναι κενή νοήματος. Ένα απλό περιτύλιγμα για τον καθένα.

(το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΠΟΛΙΣ, σε εξαιρετική μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη)

Περισσότερα!